Αθήνα 12/6/2013
Η απόφαση της κυβέρνησης με πρωτοβουλία της Ν.Δ. να κλείσει την ΕΡΤ και να απολύσει περίπου 3000 εργαζόμενους σηματοδοτεί μία νέα καμπή στην κοινωνική σύγκρουση και την ταξική πάλη που διεξάγεται στην Ελλάδα τα τελευταία 3 χρόνια. Έρχεται σε μία αποφασιστική στιγμή, όπου α) από την μια πλευρά η τρικομματική κυβέρνηση αλλά και οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις έχουν προωθήσει ένα σύνολο μέτρων που μειώνει το κόστος εργασίας, καταργεί τις συλλογικές συμβάσεις, ελαστικοποιεί τις εργασιακές σχέσεις τροποποιώντας σημαντικά το συσχετισμό υπέρ του κεφαλαίου β) όμως από την άλλη πλευρά η πολιτική αυτή δεν έχει οδηγήσει σε κάποια ανάπτυξη ή σε προοπτικές ανάκαμψης του ελληνικού καπιταλισμού. Η πτώση του Α.Ε.Π είναι μεγαλύτερη από την εκτιμώμενη και το πρώτο τρίμηνο του 2013 έφτασε στο 5,6 %, η πραγματική ανεργία πλησιάζει το 30 %, η απώλεια παραγωγικής ικανότητας στη βιομηχανία με το κλείσιμο ή τη μεταφορά μονάδων πλησιάζει το 35 %, ενώ το ελληνικό δημόσιο χρέος παρά τις περικοπές εξακολουθεί να μην είναι εξυπηρετήσιμο και απαιτεί νέα περικοπή που δεν είναι βέβαιο ότι θα γίνει λαμβάνοντας υπόψη τη οικονομική κατάσταση στην Ευρωζώνη. Η κατάσταση αυτή δημιουργεί πιέσεις στο κυβερνητικό κέντρο, αλλά και αστοχίες όπως αυτή με την αποτυχία της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΠΑ.
Η διαχείριση του δημόσιου τομέα από την πλευρά της κυβέρνησης είναι καθοριστικής σημασίας. Και για λόγους ουσίας διότι ο δημόσιος τομέας αποτελεί εκείνο το τμήμα της οικονομίας που δεν έχουν προχωρήσει οι αναδιαρθρώσεις στον ίδιο βαθμό με τους υπόλοιπους τομείς αλλά και για συμβολικούς λόγους. Μετά την αποτυχία της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΠΑ που συνοδεύτηκε από πτώση του χρηματιστηρίου μέσα σε δύο ημέρες της τάξης του 10 % αλλά και τις όλο και μεγαλύτερες αμφισβητήσεις του βάσιμου του ελληνικού «success story» και του «grecovery», η κυβέρνηση επιλέγει την φυγή προς τα εμπρός. Δεν είναι μόνο οι μνημονιακές υποχρεώσεις, που απαιτούν την απόλυση 4.000 δημοσίων υπαλλήλων και 25.000 “διαθεσιμοτήτων” εντός του 2013 και άλλων 11.000 το 2014, εκ των οποίων οι 2-3000 εντός του Ιουνίου, ούτε μόνο οι πιέσεις της τρόικας για την αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα ως κεντρικό ζήτημα της γενικότερης αντεργατικής αναδιάρθρωσης. Είναι η πρόθεση της κυβέρνησης να δώσει ένα μήνυμα στις διεθνείς αγορές ότι διαθέτει την απαιτούμενη αποφασιστικότητα να προχωρήσει σε αδιανόητες ή και ριψοκίνδυνες ρήξεις. Είναι επίσης ένα προμήνυμα για τη μεθοδολογία που θα ακολουθηθεί για τη διάλυση και την ιδιωτικοποίηση κομβικών για την ελληνική οικονομία ΔΕΚΟ όπως η ΔΕΗ.
Αποτελεί επιπλέον κίνηση που αποτυπώνει την στρατηγική ραγδαίου αυταρχικού μετασχηματισμού της κρατικής πολιτικής, αλλά και την αυταρχική οριοθέτηση της πολιτικής και κοινωνικής πάλης. Επικυρώνει την κατεύθυνση ιδεολογικής και πολιτικής συντριβής των εργαζόμενων στρωμάτων και κατ’ επέκταση και της αριστεράς και επιβεβαιώνει ότι το Κράτος και ο κλιμακούμενος αυταρχισμός αξιοποιούνται ως πεδίο κοινωνικών συμμαχιών με συντηρητικά τμήματα της κοινωνίας και ως πεδίο πολιτικών συμμαχιών με την ακροδεξιά, στην προοπτική ιδεολογικοπολιτικής ανασυγκρότησης του μπλοκ εξουσίας σε αντιδραστικότερη βάση. Στο παραπάνω πλαίσιο, καταγράφεται και μία προσπάθεια της Ν.Δ. ως ραχοκοκαλιά της τρικομματικής κυβέρνησης να ξεπεράσει εις όφελος της τις αντιφάσεις και τις αντιθέσεις που η κυβέρνηση εσωτερικεύει, πετώντας το γάντι στους κυβερνητικούς εταίρους. Ή υποτάσσονται στην πολιτική της πυγμής και της ακροδεξιάς μετατόπισης της πολιτικής ατζέντας, που επιβάλλει η Ν.Δ. ή η χώρα οδηγείται σε εκλογές με διακύβευμα την παραμονή στην Ευρωζώνη, αλλά και την πολιτική τους εξαφάνιση, ειδικά του ΠΑΣΟΚ, με την προδιαγραφόμενη εκλογική πανωλεθρία του αν γίνουν άμεσα εκλογές. Ήδη η Ν.Δ. εμφανίζεται ως ο ποιο σταθερός και με τις μικρότερες απώλειες πολιτικός πόλος και τα ηγετικά της επιτελεία εκτιμούν ότι με την πόλωση που θα δημιουργηθεί σε ενδεχόμενες εκλογές θα καταφέρει να συσπειρώσει το μεγαλύτερο μέρος του ευρωμνημονιακού μπλοκ λαμβανομένων υπόψη ότι α) δεν έχει συγκροτηθεί ένα εναλλακτικός αριστερός πόλος και β) των «ευρω» – παλινωδιών του ΣΥΡΙΖΑ.
Όμως η επιλογή αυτή της Ν.Δ. είναι ριψοκίνδυνη και δεν είναι δείκτης ισχύος αλλά ενδεχομένως παράγοντας αδυναμίας. Η απόφαση αυτή δημιουργεί σημαντικές προστριβές στην τρικομματική κυβέρνηση, και επαναθέτει εκβιαστικά το δίλημμα ευρώ ή έξοδος από την ευρωζώνη σε μία περίοδο που η κυβέρνηση πάσχιζε να αναδείξει ότι έχει ξεπεραστεί οριστικά. Το βασικό στοιχείο είναι όμως ότι παράγει τις δυνατότητες για την ανάπτυξη ενός μετώπου των εργαζομένων για την αποτροπή της διάλυσης της ΕΡΤ και δημιουργία όρων εισβολής του λαϊκού παράγοντα στο προσκήνιο.
Η συγκέντρωση δεκάδων χιλιάδων εργαζομένων και νέων, στις καταλήψεις των κτιρίων της ΕΡΤ, το κύμα συμπαράστασης, η παρουσία όλων των δυνάμεων της αριστεράς από κοινού, η προκήρυξη γενικής απεργίας, το γεγονός ότι η επιλογή της κυβέρνησης δεν έχει την ιδεολογική συναίνεση και την αποδοχή της πλειοψηφίας του λαού παρά το βομβαρδισμό επί χρόνια για τους «τεμπέληδες δημοσίους υπαλλήλους» είναι δείκτες των δυνατοτήτων για αυτή τη κρίσιμη μάχη. Ωστόσο είναι μία μάχη που απαιτεί τη μεγαλύτερη δυνατή συσπείρωση, και δεν μπορεί να δοθεί με όρους κατακερματισμού ή αντιλήψεις ότι «θα τους τρελάνουμε στη νομιμότητα» και με κριτήριο την επίπτωση που θα έχει η πρακτική της αριστεράς στους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς.
Όλες οι δυνάμεις της αριστεράς συντονισμένα πρέπει να στηρίξουν τις καταλήψεις στην ΕΡΤ, να δώσουν κατεύθυνση και να στηρίξουν πολιτικά και οργανωτικά τη λειτουργία της ΕΡΤ από τους εργαζόμενους ακόμα και σε σύγκρουση με τις δυνάμεις καταστολής. Να καλέσουν το λαό σε γενική κινητοποίηση και γενική απεργία για την υπεράσπιση των δημόσιων αγαθών και για την ανατροπή της τρικομματικής κυβέρνησης.
Είναι ταυτόχρονα ιστορικά υποχρεωμένες να υπερβούν αντιθέσεις και να απαντήσουν στα πραγματικά διλήμματα που θέτει η ταξική πάλη. Και όπως φαίνεται το κυρίαρχο σήμερα είναι ένα ή με τη μνημονιακή πολιτική εντός ευρώ που θα διαλύει εργασιακές σχέσεις, το δημόσιο τομέα και θα εκτοξεύει την ανεργία, ή με κατάργηση μνημονίων και δανειακών συμβάσεων εκτός Ευρωζώνης και Ε.Ε. με εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και των μεγάλων παραγωγικών μονάδων στην κατεύθυνση ενός εναλλακτικού μοντέλου ανάπτυξης και παραγωγής εις όφελος των λαϊκών στρωμάτων.
ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ (ΑΡΑΣ)