17/5/2013
ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΧΑΜΕΝΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ…
Με την απεργία των καθηγητών που δεν υλοποιήθηκε ποτέ, χάθηκε μια σημαντική ευκαιρία για να αναπτυχθεί α) ένα μέτωπο αντίστασης από ένα σημαντικό κλάδο εργαζομένων που τα τελευταία χρόνια έχει δεχθεί μεγάλη οικονομική και εργασιακή υποβάθμιση και που με τα τελευταία μέτρα η τρικομματική κυβέρνηση επιχειρεί να τον θέσει σε καθεστώς πολικής και οικονομικής ομηρίας β) να αναπτυχθεί ένα κινηματικό γεγονός το οποίο υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε να προξενήσει ισχυρούς κλυδωνισμούς στο κυβερνητικό κέντρο εξουσίας και το οποίο θα μπορούσε να ενεργοποιήσει ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές διεργασίες. Όπως φάνηκε από τις διαθέσεις της βάσης των εκπαιδευτικών, από την μαζική συγκέντρωση στο Σύνταγμα τη Δευτέρα 13/5, από της πρωτοφανούς μαζικότητας συνελεύσεις των ΕΛΜΕ (η μαζικότητα των οποίων συγκρίνονταν μόνο με εκείνης της απεργίας του 1988), και κυρίως από τις διαθέσεις οργής και σύγκρουσης με την κυβερνητική πολιτική που υπήρχαν σε σχετικά μεγάλα τμήματα των εκπαιδευτικών, οι προϋποθέσεις για το ξεδίπλωμα μιας σοβαρής κινηματικής αντίστασης η οποία θα μπορούσε να οξυνθεί και να καταλήξει σε μία ταξική σύγκρουση με απρόσμενες αναταράξεις για τον αστικό συνασπισμό εξουσίας υπήρχαν.
Μπροστά στα πρωτοφανή μέτρα επίθεσης της κυβέρνησης απέναντι στον κλάδο των καθηγητών (7500 απολύσεις αναπληρωτών, αύξηση ωραρίου, υποχρεωτικές αποσπάσεις, κατάργηση της μονιμότητας κλπ) δεν δόθηκε όμως τελικά ποτέ απάντηση και ένας ολόκληρος και μάλιστα πολύ μαζικός κλάδος εργαζομένων με εμπειρία και δυνατότητες συνδικαλιστικών αγώνων οδηγήθηκε σε μία ήττα. Πρόκειται για ένα σημαντικό γεγονός για το λαϊκό-εργατικό κίνημα, και τις αιτίες της αποτυχίας πρέπει να τις εξετάσουμε :
1) Η αποφασιστικότητα και ο σχεδιασμός που επέδειξε το κυβερνητικό κέντρο εξουσίας: Σε μία κίνηση επίδειξης ισχύος και κρατικού αυταρχισμού και πριν προλάβουν οι εκπαιδευτικοί να αρθρώσουν οποιαδήποτε κινηματική αντίσταση, πριν προλάβουν να υλοποιήσουν έστω και μία ημέρα απεργίας, η κυβέρνηση επέβαλλε το μέτρο της πολιτικής επιστράτευσης. Πρόκειται επί της ουσίας για μία μεγάλη κορύφωση στη συνεχιζόμενη και κλιμακούμενη όξυνση της κρατικής καταστολής, βίας και αυταρχισμού που επιδεικνύει το κυβερνητικό κέντρο από τη στιγμή της ανάληψης της εξουσίας, στα πλαίσια της με έναν εξαιρετικά βίαιο τρόπο προσπάθειας εμπέδωσης στις λαϊκές μάζες του δόγματος «νόμος και τάξη», η οποία έφτασε στο σημείο να κουρελιάσει τις διατάξεις και προβλέψεις του αστικού Συντάγματος και επί της ουσίας να διαταχθεί μία προληπτική απαγόρευση απεργίας. Είναι προφανές πως η εξαιρετικά επιθετική αυτή κίνηση του ταξικού αντιπάλου ενείχε το στοιχείο του αιφνιδιασμού, αλλά και της ορθής εκτίμησης για τις εξαιρετικά μειωμένες διαθέσεις αντίστασης (και κυρίως κλιμάκωσης της όποιας αντίστασης) της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας των ηγεσιών των ΟΛΜΕ-ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ. Αντανακλά επίσης της φύση και το χαρακτήρα του κυβερνητικού κέντρου που συγκροτεί μία πολιτική πρακτική που συνδυάζει α) την διαμόρφωσης μίας μειοψηφούσας αλλά συμπαγούς κοινωνικής επιρροής κυρίως γύρω από την Ν.Δ. αξιοποιώντας πρωτίστως αντιδραστικά ιδεολογικά χαρακτηριστικά, αλλά και τις ταξικές εντάξεις (αστικά και ανώτερα μικροαστικά στρώματα, στελέχη των κατασταλτικών μηχανισμών κ.λ.π.) και β) την αξιοποίηση του κρατικού μηχανισμού για την κατασταλτική αντιμετώπιση αλλά και την οργανωτική και ιδεολογική αποδιοργάνωση, των κοινωνικών στρωμάτων που έρχονται σε αντίθεση με την αστική πολιτική. Υπάρχει μία σαφής μετατόπιση της αστική πολιτικής όλο και περισσότερο προς την περιχαράκωση της επιρροής της με ταυτόχρονη στεγανοποίηση της κρατικής πολιτικής από την επίδραση των κοινωνικών αντιστάσεων με μοχλό τον κρατικό αυταρχισμό.
2) Η λυσσαλέα επίθεση των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους που τέθηκαν σε πλήρη ενεργοποίηση στη προσπάθεια να οξυνθούν στον έσχατο βαθμό αντανακλαστικά κοινωνικού αυτοματισμού και κανιβαλισμού στα λαϊκά στρώματα με στόχο την απονομιμοποίηση της επιχειρούμενης απεργίας στη συνείδηση των μαζών. Στο σημείο αυτό η κρατική πολιτική έρχεται να διαχειριστεί και να τονίσει προς όφελος της υπαρκτές αντιθέσεις και προβλήματα του συνδικαλιστικού κινήματος. Κυρίως το γεγονός ότι τις τελευταίες δεκαετίες και με ραγδαία επιτάχυνση τη τελευταία περίοδο ένα σημαντικό τμήμα της συνδικαλιστικής πρακτικής αναπτύσσεται γύρω από συνδικαλιστικούς θύλακες στο εσωτερικό του ευρύτερου δημόσιου τομέα και μάλιστα όταν αυτές οι πρακτικές αφορούσαν δημόσια αγαθά που μπορούσαν να πιέσουν ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας και όχι απευθείας την εργοδοσία (ενέργεια, συγκοινωνίες, επικοινωνία κ.λ.π.). Η αστική στρατηγική έχει σα στόχο να αντιμετωπίσει την συνδικαλιστική πρακτική στον ιδιωτικό τομέα με την εργοδοτική τρομοκρατία και τις απολύσεις και πρωτίστως με την πίεση που ασκεί η ανεργία και στον δημόσιο τομέα με την απονομιμοποίηση (χαρακτηριστική περίπτωση η ΔΕΗ) αλλά και τον αυταρχισμό και την κρατική πυγμή (Μετρό, Καθηγητές κ.λ.π.) σε περίπτωση που διακυβεύονται «υπέρτατα αγαθά» όπως π.χ. το υπέρτατο αγαθό των εξετάσεων. Ωστόσο αν μέσα σε πολλά αρνητικά η προσπάθεια για απεργία στις εξετάσεις ανέδειξε και κάτι θετικό ήταν ότι η άνευ προηγουμένου ιδεολογική τρομοκρατία που εξαπολύθηκε δεν επέφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα καθώς οι ιδεολογικοί μηχανισμοί που την υλοποίησαν έχουν απονομιμοποιηθεί ευρύτατα στις συνειδήσεις των λαϊκών μαζών και έχουν υποστεί μία σωρευτική φθορά, καθώς όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα αποτέλεσαν την αιχμή του δόρατος της ελληνικής αστικής τάξης για την ιδεολογική εμπέδωση των μνημονιακών μέτρων και των μέτρων καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης.
3) Η ξεκάθαρα και ξεδιάντροπα προδοτική στάση των ηγεσιών της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ, οι οποίες πέρα από το ότι άφησαν παντελώς μόνους και εκτεθειμένους τους εκπαιδευτικούς απέναντι στις διαθέσεις της κυβέρνησης, αρνούμενες να προκηρύξουν 24 ωρη απεργία στις 17/5 και προκηρύσσοντας 3ωρες στάσεις εργασίας και συλλαλητήριο που εξελίχθηκε σε φιάσκο, πρόσφεραν επιπλέον με τη μη στήριξη τους ένα εξαιρετικό άλλοθι για την υποχώρηση της πλειοψηφίας της ηγεσίας της ΟΛΜΕ.
4) Η στάση της πλειοψηφίας της ηγεσίας της ΟΛΜΕ, η οποία φέρει και τη βαρύτερη απ’ όλους ευθύνη: Η βούληση της βάσης των εκπαιδευτικών, η οποία εκφράστηκε βροντερά και ξεκάθαρα μέσα από την εξαιρετικά μαζική υπερψήφιση στις συνελεύσεις των ΕΛΜΕ της πρότασης για απεργία κατά την πρώτη ημέρα των πανελλαδικών εξετάσεων στις 17/5 και η οποία προξένησε προσωρινά φόβο στο αστικό μπλοκ και στους μηχανισμούς του, παρακάμφθηκε μέσω μιας άθλιας και αντίθετης με το καταστατικό της ΟΛΜΕ (το οποίο προβλέπει πως οι αποφάσεις των τοπικών ΕΛΜΕ είναι ανώτερες όλων και πως απλά επικυρώνονται από τη συνέλευση των προέδρων των ΕΛΜΕ) μεθόδευσης, μέσω της κατάθεσης του ψηφίσματος περί «συντρεχουσών προϋποθέσεων για την υλοποίηση της απεργίας». Πρόκειται ουσιαστικά περί συνδικαλιστικού πραξικοπήματος, όπως ορθά χαρακτηρίστηκε από τις Παρεμβάσεις-Συσπειρώσεις-Κινήσεις καθηγητών. Και αν κάτι τέτοιο ήταν αναμενόμενο να επιχειρηθεί από τις συνδικαλιστικές παρατάξεις των ΔΑΚΕ-ΠΑΣΚ, που εκφράζουν τον αστικό-γραφειοκρατικό συνδικαλισμό, δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί με ευκολία το ίδιο και για τη συνδικαλιστική παράταξη που πρόσκειται στην ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ.
5) Αποκαλυπτική ήταν και η στάση του βασικού τμήματος των συνδικαλιστικών δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ στους καθηγητές, καθώς η παράταξη της Αυτόνομης Παρέμβασης συντάχθηκε τη κρίσιμη στιγμή πλήρως με τις δυνάμεις του αστικού συνδικαλισμού των ΠΑΣΚ-ΔΑΚΕ και υπήρξε συνένοχος και αυτουργός στην διάλυση της απεργίας. Αποκρυσταλλώθηκε έτσι με τον ξεκάθαρο τρόπο η αμφιταλάντευση και η περαιτέρω διολίσθηση του ΣΥΡΙΖΑ από μετωπικό πολιτικό σχηματισμό της ρεφορμιστικής αριστεράς με στοιχεία αντινεοφιλελεύθερου προγράμματος σε κόμμα εξουσίας και «αριστερής» διαχείρισης. Φαίνεται πλέον πως όλο και περισσότερο ο ΣΥΡΙΖΑ μετατοπίζεται στη κατεύθυνση του κυβερνητισμού βάζοντας στο κέντρο της πολιτικής του αποκλειστικά την επόμενη εκλογική διαδικασία, αποκομμένη από την ανάπτυξη κοινωνικών αγώνων. Επιχειρώντας να καταταχτεί σύμφωνα με τα αστικά ιδεολογικά κριτήρια ως «έτοιμος να κυβερνήσει» και να αποσπάσει από τα αστικά ΜΜΕ μια καταφατική στάση σε αυτό το ενδεχόμενο ή έστω να αποσυμπιέσει τις ιδεολογικές επιθέσεις εναντίον του αδυνατεί να συμβάλλει στην άρθρωση κινηματικών αντιστάσεων, στην ανάπτυξη τους μετατοπίζοντας κυρίως τους στόχους του στην εκτόνωση της λαϊκής οργής στην κάλπη.
6) Η στάση του ΚΚΕ, χαρακτηρίστηκε από σεχταρισμό, τη διασπαστική πρακτική και την υπόσκαψη της δυναμικής των κινητοποιήσεων, συμμορφούμενο σε μεγάλο βαθμό με τα αστικά ιδεολογήματα περί ομαλής διεξαγωγής των εξετάσεων και υποτιθέμενου πλήγματος απέναντι στα παιδιά της λαϊκής οικογένειας ή γενικότερα της κοινωνίας. Της ίδιας οικογένειας που η πολιτική των μνημονίων και των μέτρων έχει καταδικάσει σε εξαθλίωση και τα παιδιά της οποίας θα καταλήξουν άνεργα, κάτι που «διέφυγε» της προσοχής της συνδικαλιστικής παράταξης του ΚΚΕ. Το ΚΚΕ για να υποσκάψει μία ενδεχόμενη αριστερή συμμαχία σε συνδικαλιστικό αλλά και σε πολιτικό επίπεδο ( η παύση από τα καθήκοντα και η ποινική δίωξη χιλιάδων καθηγητών σε περίπτωση που απεργούσαν θα αποτελούσε μείζον πολιτικό ζήτημα και θα πίεζε για συντονισμό όλης της αριστερής αντιπολίτευσης) για άλλη μια φορά έπαιξε το ρόλο του κόμματος των «νοικοκυραίων» και εξέφρασε βαθιά μικροαστικές και συντηρητικές αντιλήψεις. Η δε πρόταση του ΚΚΕ για απεργία στις 16-17/5, πέραν της διασπαστικής λειτουργίας της, εάν επικρατούσε στην ΟΛΜΕ θα οδηγούσε ούτως ή άλλως το κίνημα των καθηγητών σε ήττα, καθώς έδινε πολύτιμο χρόνο 1 ημέρας στη κυβέρνηση να δράσει πριν την έναρξη της διεξαγωγής των πανελλαδικών εξετάσεων.
7) Ελλείψεις ωστόσο ανέδειξε και η στάση των δυνάμεων της ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής αριστεράς, καθώς δεν επέδειξαν τα απαιτούμενα πολιτικά αντανακλαστικά την κρίσιμη στιγμή που η ηγεσία της ΟΛΜΕ υλοποιούσε μέσω του ψηφίσματος περί «συντρεχουσών προϋποθέσεων για την υλοποίηση της απεργίας», τη στροφή 180 μοιρών και το σπάσιμο της απεργίας αλλά κυρίως γιατί δεν διέβλεψαν και δεν προετοίμασαν το δυναμικό τους αλλά και ένα ευρύτερο δυναμικό που επηρεάζουν για το χαρακτήρα της σύγκρουσης με την κυβέρνηση αλλά και για να διαμορφώσουν του απαραίτητους πολιτικούς, ιδεολογικούς, οργανωτικούς όρους για τη συμμετοχή μίας μάζας εκπαιδευτικών στην απεργία παρά την επιστράτευση αλλά και για την υποστήριξη της απεργίας από άλλους συνδικαλιστικούς κλάδους. Αντίστοιχα θα έπρεπε να είχε υλοποιηθεί μία όσον το δυνατόν πιο άμεση και μαζική κινητοποίηση στο χώρο που συνεδρίαζε η ΟΛΜΕ και να καλούνταν οι δεκάδες χιλιάδες εκπαιδευτικοί και συμπαραστάτες που διαδήλωσαν την Δευτέρα 13/5 έτσι ώστε να υποχρεώνονταν η ηγεσία της ΟΛΜΕ να αποσύρει το εν λόγω ψήφισμα, το οποίο επί της ουσίας ακύρωνε την αποφασισμένη από τις ΕΛΜΕ απεργία της Παρασκευής 17/5.
Η αποτυχία αυτή δεν πρέπει να οδηγήσει σε ηττοπάθεια αντίθετα το γεγονός ότι δεκάδες χιλιάδες καθηγητές με δεδομένο το γεγονός της επιστράτευσης ψήφισαν υπέρ τη απεργίας και πολλοί από αυτούς ήταν έτοιμοι να δώσουν τον αγώνα παρά την καταστολή είναι δείγμα της ρευστότητας και του ανεξέλεγκτου χαρακτήρα που μπορούν να πάρουν οι κοινωνικές συγκρούσεις. Δεν πρέπει επίσης να οδηγηθεί σε με μία αριστερίστικου τύπου «φυγής προς τα εμπρός», η οποία θα οδηγούσε στη δημιουργία «καθαρών-κόκκινων» συνδικάτων και στον κατακερματισμό και εν τέλει στη διάλυση του συνδικαλιστικού κινήματος. Χρειάζεται πρώτα απ’ όλα να αλλάξουν οι συσχετισμοί δυνάμεων μέσα στις ήδη υπάρχουσες δομές του συνδικαλιστικού κινήματος και να υπάρξει μία συντονισμένη κίνηση από όλες τις δυνάμεις της αντιδιαχειριστικής αριστεράς και του κινήματος για την ανατροπή των ξεπουλημένων ηγεσιών των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ-ΟΛΜΕ. Χρειάζεται όμως να αναπτυχθούν και άλλες δομές και πρωτοβουλίες, που να συγκροτούν τις διαθέσεις των εργαζομένων της βάσης. Να δημιουργηθεί «ο συντονισμός των συντονισμών», να υπάρχει μόνο ένας συντονισμός των πρωτοβάθμιων σωματείων του ιδιωτικού τομέα, να δημιουργηθούν σωματεία σε χώρους εργασίας όπου δεν υπάρχουν, να ανασυγκροτηθεί ο εργατικός ταξικός συνδικαλισμός ώστε οι δυνάμεις του συνδικαλισμού αυτού να ενισχύσουν τη θέση τους και να μπορέσουν επιτέλους να επιτύχουν νίκες, οι οποίες και θα εξυψώσουν το φρόνημα των μαζών που έχουν διάθεση να αγωνιστούν. Να μάθουν οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής αριστεράς και του ταξικού κινήματος από τα λάθη, τις ελλείψεις και τις αδυναμίες τους ώστε να μην τα επαναλάβουν σε μελλοντικές κινητοποιήσεις.
Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΡΑΣΕΙ!
ΘΑ ΜΑΣ ΒΡΟΥΝ ΜΠΡΟΣΤΑ ΤΟΥΣ!