ΤΙΜΗ ΣΤΟΝ ΑΘΑΝΑΤΟ ΗΓΕΤΗ ΤΟΥ ΕΛΑΣ
“Α τότες Άρη που θα στρέψει ο μόχτος του ντουνιά
χαρούμενο ποτάμι απάνου στης αγάπης τη μυλόπετρα
θα ξαναπούμε τ’ όνομά Σου σα να λέμε ακέριο τον αγώνα…”
Γ. Ρίτσος, “Το υστερόγραφο της δόξας”, Ιούλιος 1945.
Στις 16 Ιουνίου 1945, ο Άρης Βελουχιώτης κυκλωμένος στις πλαγιές της Μεσούντας, δίνει με τ’ όπλο του τέλος στη ζωή του και περνάει στην αθανασία. Ο συναγωνιστής του Τζαβέλας τον αγκαλιάζει και αυτοκτονεί μαζί του. Ο θάνατος του σφραγίζει συμβολικά το τέλος της πρώτης – και πιο ευνοϊκής – φάσης της απτής επαναστατικής δυνατότητας που προέκυψε από το γιγαντιαίο αγώνα του ΕΑΜ καθοδηγούμενου από το ΚΚΕ πριν και μετά την απελευθέρωση. Τέλος, το οποίο ουσιαστικά είχε επικυρωθεί ήδη με την υποχώρηση των Δεκεμβριανών και την υπογραφή της Συνθήκης της Βάρκιζας στις 12 Φλεβάρη 1945.
Καταδεικνύει, ταυτόχρονα, το τρομοκρατικό χαρακτήρα του μεταβαρκιζιανού ελληνικού κράτους, που με τις παρακρατικές συμμορίες, βεβήλωσε το πτώμα του Άρη και του Τζαβέλα κρεμώντας επιδεικτικά τα κεφάλια των δύο ηρωικών ανταρτών σε φανοστάτη κεντρικής πλατείας των Τρικάλων. Είναι κορυφαία στιγμή της μεταβαρκιζιανής τρομοκρατίας, η οποία όλη αυτή την περίοδο οργανώνει την αναστήλωση του αστικού κράτους μέσω των προδοτικών στοιχείων των ταγμάτων ασφαλείας και της Χ, με βασικό προσανατολισμό την αντικομμουνιστική σταυροφορία και συντριβή της ηθικής συγκρότησης του λαού στο πρόσωπο της καταδίωξης και τη δυσφήμισης των αγωνιστών του.
Ο λαϊκός ήρωας, Άρης Βελουχιώτης, αποτέλεσε κάτι παραπάνω από έναν χαρισματικό ηγέτη του αντάρτικου αγώνα. Υπήρξε ο ηγέτης του ΕΛΑΣ και βασικό πρόσωπο της Αντίστασης ενώ σε όλη του τη ζωή, ήταν έμπειρο και σημαντικό στέλεχος του ΚΚΕ. Ο Θανάσης Κλάρας έγινε μέλος του ΚΚΕ από το 1924, ανέπτυξε έκτοτε πρωτοπόρο δράση στους ταξικούς αγώνες και βρέθηκε στην πρώτη γραμμή αναλαμβάνοντας πληθώρα καθηκόντων, από την έκδοση και διανομή του Ριζοσπάστη μέχρι την περιφρούρηση των διαδηλώσεων και των αγωνιστών. Για τη δράση του αυτή εξορίστηκε και βασανίστηκε καθ’ όλη την περίοδο πριν και κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας. Έτσι, ο Βελουχιώτης της Αντίστασης, όπως και χιλιάδες άλλοι αγωνιστές και του ανυποχώρητου αγώνα διαμορφώνονται μέσα από τους κοινωνικούς αγώνες, μέσα από όλα τα πόστα, καθοδηγητικά και πρακτικά, του ΚΚΕ, με τα θετικά και τα αρνητικά που το χαρακτηρίζουν όλη αυτή περίοδο. Ο Άρης υπήρξε ο Καπετάνιος που γνώρισε ο λαός, ακριβώς γιατί ήταν κομμουνιστής και γιατί συμμετείχε στο ΚΚΕ. Όπως ο ίδιος είχε δηλώσει “…Αν στη ζωή μου υπάρχει ένα σημείο που με συγκίνηση και με υπερηφάνεια αφάνταστη από καιρού σε καιρό γυρίζω και βλέπω, είναι ακριβώς η εποχή που μπήκα στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Διαπαιδαγωγήθηκα ταξικά, έμαθα το συμφέρον μου, πέταξα τον κεφαλαιοκρατικό πολιτισμό στα μούτρα της λωποδύτριας μπουρζουαζίας και ρίχτηκα με πίστη, με θέληση, με ηρωισμό στον αγώνα για τις εργαζόμενες μάζες…”
Ο αναντικατάστατος ρόλος του στην Αντίσταση τον κατέστησε σύμβολο λευτεριάς και λαϊκό ήρωα αλλά και το βασικό συμβολικό αντίπαλο των δυνάμεων του κατακτητή και της προδοτικής ντόπιας ολιγαρχίας. Σήμερα, για τις επαναστατικές δυνάμεις, είναι καθήκον να μελετούν και να ερμηνεύουν τα πολιτικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά μιας περιόδου και τον τρόπο με τον οποίο αυτός ο αγωνιστής ταυτίστηκε με τον αγώνα και την προσδοκία ενός ολόκληρου λαού. Τούτο, όχι για να αναδειχθεί η σημασία του προσώπου αυτοτελώς, που είναι αδιαμφισβήτητη, αλλά για να γίνει αντιληπτό ποιες πολιτικές γραμμές και πρακτικές γεννούν στις συγκυρίες της όξυνσης της ταξικής πάλης λαϊκούς αγωνιστές σαν τον Άρη Βελουχιώτη. Η μοναδική ταύτιση του Άρη με το λαό, εμπνέει μέχρι και σήμερα χιλιάδες κομμουνιστές και αγωνιστές στην ψηλάφηση της επαναστατικής δυνατότητας, που προκύπτει από την επίλυση των αντιφάσεων μεταξύ της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας του κινήματος αφενός και των μαζών αφετέρου.
Είναι κάτι παραπάνω από σαφής ο κυρίαρχος ρόλος του αντάρτικου αγώνα στην απελευθέρωση καθώς και στην οικοδόμηση του γιγαντιαίου κοινωνικού δυναμικού που εκπροσωπούσε το ΕΑΜ κάτω από την καθοδήγηση του ΚΚΕ. Ο λαϊκός στρατός σε μια επαναστατική διαδικασία δεν διαχωρίζεται με αυστηρό και τεχνικό τρόπο από την πολιτική καθοδήγηση του αγώνα. Αντίθετα, ο αντάρτικος λαϊκός στρατός του ΕΛΑΣ είχε έναν καταλυτικό πολιτικό ρόλο. Αποτέλεσε το πεδίο συσπείρωσης, διαμόρφωσης και ενοποίησης των αντιφατικών κοινωνικών δυνάμεων που στρατεύτηκαν στον αγώνα, ενώ ο ρόλος του καπετάνιου προχώρησε, πέρα από το σχεδιασμό της στρατιωτικής στρατηγικής, στο να αποτελέσει το θεσμό της σύζευξης μεταξύ του κόμματος-πολιτικής ηγεσίας και του λαϊκού στοιχείου. Έτσι, ο Βελουχιώτης αποτελώντας το κορυφαίο πρόσωπο αυτής της διαδικασίας διακρίθηκε τόσο για τις στρατιωτικές του δεξιότητες και επιτυχίες, αλλά κυρίως για το καθαρό πολιτικό του κριτήριο, που είχε με συνέπεια έναν επαναστατικό προσανατολισμό. Συμπύκνωσε την γραμμή του σταθερού ανυποχώρητου αγώνα του ΕΛΑΣ, την ανάγκη επαναστατικοποίησης του λαϊκού πολέμου ώστε να θέσει το ζήτημα της κοινωνικής εξουσίας, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να τον αντιμετωπίζουν, τόσο οι συνεργάτες των γερμανών, όσο και οι αστικές δυνάμεις και οι Άγγλοι, ως “ωμό” και “βίαιο” ηγέτη, εξαπολύοντας με μανία συκοφαντικές και δυσφημιστικές επιθέσεις στο πρόσωπό του.
Η επαναστατική στρατηγική του ΕΛΑΣ στην οποία συνέβαλλε ο Βελουχιώτης ως στέλεχος του ΚΚΕ, διαμορφώθηκε από το διαρκή μετασχηματισμό της στρατιωτικο-πολιτικής κατεύθυνσης του μέσα στις μεταβαλλόμενες συνθήκες του αγώνα. Το πέρασμα από την ορθή στρατηγική συμμαχιών με τα αγωνιζόμενα τμήματα του αστικοδημοκρατικού κόσμου κατά τη διάρκεια της εθνικοαπελευθερωτικής πάλης, με αποκορύφωμα το Γοργοπόταμο, στην ανοιχτή σύγκρουση με τα τμήματα εκείνα που επιχειρούσαν την αναστήλωση του αστικού πολιτικού συστήματος με την συνδρομή των Βρετανών – και κατά βάση τον ΕΔΕΣ του Ζέρβα – όσο πλησίαζε η απελευθέρωση, αποτέλεσαν κομβικούς παράγοντες για να αποκτήσει η αντιστασιακός αγώνας χαρακτηριστικά επαναστατικού κινήματος.
Ακόμη και μετά την απελευθέρωση και παρά τους τραγικούς συμβιβασμούς του Λιβάνου και της Καζέρτας και με τους οποίους ο Άρης είχε ρητά διαφωνήσει, ο ΕΛΑΣ εξακολουθεί να διαλύει τα τμήματα των Ταγμάτων Ασφαλείας και της ομάδας Χ στην ύπαιθρο, έχοντας αντιληφθεί ότι στην ταξική σύγκρουση που θα ακολουθήσει οι συνεργάτες των ναζιστών θα συστρατευτούν με την αστική πολιτική εξουσία. Μια εκτίμηση, που με τραγικό τρόπο θα επιβεβαιωθεί στα Δεκεμβριανά το 1944.
Η απελευθέρωση σηματοδοτεί την όξυνσης της ταξικής αντιπαράθεσης μεταξύ του ΕΑΜ και της αστικής εξουσίας, που επιχειρεί να επανεγκατασταθεί στον ελληνικό χώρο. Την περίοδο αυτή και με αφετηρία την άρνηση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ να επιτρέψουν την είσοδο του ΕΛΑΣ στην Αθήνα, η αντίθεση μεταξύ αφενός της πολιτικής γραμμής της αστικοδημοκρατικής οικοδόμησης που με αντιφάσεις ακολουθεί το ΚΚΕ και αφετέρου του λαϊκού στοιχείου, όπως εκφράζεται από τον αντάρτικο στρατό θα οξύνεται. Αποκορύφωμα η επιλογή, μετά το ξέσπασμα των Δεκεμβριανών, να παραμείνουν οι βασικές δυνάμεις του ΕΛΑΣ και ο Άρης στις μάχες εκτός Αθήνας. Μετά την ήττα στη μάχη της Αθήνας και την υπογραφή της Συνθήκης της Βάρκιζας, ο Άρης αρνείται να ακολουθήσει την πολιτική της άνευ όρων παράδοσης του Κόμματος και συγκροτεί το Μέτωπο Εθνικής Απελευθέρωσης με μικρή δύναμη ανταρτών, καταδεικνύοντας σε επιστολή του τα συμβιβαστικά σφάλματα του κόμματος που αποδυνάμωσαν το επαναστατικό κίνημα με αποτέλεσμα την ήττα της Βάρκιζας. Το ΚΚΕ διαγράφει τον Άρη από το κόμμα, σε μια προσπάθεια να περιορίσει την επιρροή του στο δυναμικό του ΕΑΜ και να το συσπειρώσει στις γραμμές του κόμματος μετά τη διάλυση που προκάλεσε η ήττα και η περίοδος της έκθεσης στη λευκή τρομοκρατία που τη διαδέχεται.
Η διαφοροποίηση πολιτικής, έστω και εν σπέρματι, που αναπτύσσεται μεταξύ αφενός της πολιτικής γραμμής του ΚΚΕ και του ΕΑΜ και αφετέρου των καπετάνιων με εκφραστή τον Άρη καταδεικνύουν δύο κρίσιμα στοιχεία. Πρώτον, ότι σε αντίθεση με την κατεύθυνση του κόμματος που έλκονταν από οικονομίστικα και συμβιβαστικά στοιχεία, οι Καπετάνιοι είχαν συχνά ριζοσπαστικότερο κριτήριο, που εκπορευόταν από την ζωντανή και διαρκή επαναστατική πρακτική αλλά και από την άμεση επαφή με τις κοινωνικές δυνάμεις του αγώνα. Δεύτερον, αντανακλά την αντίθεση μεταξύ του αστικού χώρου και της υπαίθρου για μια ολόκληρη περίοδο. Σε ένα μεγάλο τμήμα της υπαίθρου, είχαν πολύ πριν την απελευθέρωση επιταχυνθεί οι διαδικασίες κοινωνικού μετασχηματισμού μέσα από την συγκρότηση της Ελεύθερης Ελλάδας, αποτελώντας στην ουσία θεμέλιο της δυαδικής εξουσίας στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό την περίοδο της Απελευθέρωσης. Αντίθετα, στην Αθήνα και στα αστικά κέντρα, η ασφυκτική παρουσία τόσο του κατοχικού όσο και έπειτα του αστικού κράτους δημιουργούσε πολλαπλές πιέσεις στην πολιτική ηγεσία του κόμματος και τη διευρυμένη εντύπωση της γενικής “ασφυξίας”, που έπαιξε σημαντικό ρόλο στο να εκληφθεί η ήττα στα Δεκεμβριανά ως συντριπτική. Από την άλλη πλευρά, είχε γίνει ειδικά από τα τέλη του 1943 και την συγκρότηση των ταγμάτων ασφαλείας, πιο καθαρό σε όσους εμπλέκονταν στις καθημερινές αιματηρές συγκρούσεις, πιο χαρακτήρα, θα έπαιρνε η προσπάθεια παλινόρθωσης της αστικής εξουσίας μετά την απελευθέρωση, και ο αντιδραστικός προσανατολισμός των τοπικών συνασπισμών εξουσίας. Για αυτό και ορθά έθεταν ως προτεραιότητα τη διάλυση των στρατιωτικών και πολιτικών σχηματισμών του δοσιλογισμού αλλά και των αστικών πολιτικών δυνάμεων. Μία τακτική στην οποία το ΚΚΕ, έδειξε μεγάλες αντιφάσεις, υπαγόμενο με τις συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας, στην στρατηγική, της αστικοδημοκρατικής επίλυσης του μεταπολεμικού προβλήματος, στο πλαίσιο μιας πολιτικής «εθνικής ενότητας».
Ο ευνοϊκός για το λαϊκό κίνημα συσχετισμός που ήδη είχε αρχίσει να αλλάζει με την συγκρότηση της κυβέρνησης Παπανδρέου ανατράπηκε μετά το τσάκισμα της πολιτικής και κυρίως της στρατιωτικής αυτονομίας του λαϊκού κινήματος, με την παράδοση των όπλων και την συγκρότηση του μεταβαρκιζιανού κράτους.
Οι διαπιστώσεις αυτές, δεν σημαίνουν ότι η εαμική επανάσταση μπορούσε να νικήσει με την υποκατάσταση του κομμουνιστικού κόμματος από του Καπετάνιους ως πρωτοπορία. Αντίθετα, ο ρόλος του πολιτικού υποκειμένου που θα μετασχηματίζει τις εμπειρίες της πάλης σε πολιτική γραμμή και θα εκπροσωπεί στο πολιτικό επίπεδο την επαναστατική συμμαχία είναι αναντικατάστατος. Άλλωστε, η επιλογή του Άρη να έρθει σε ρήξη με το κόμμα ακολουθήθηκε από πολύ μικρές δυνάμεις, παρότι ο ίδιος διατηρούσε ακέραιη την επιρροή του.
Η άνοδος και η πτώση του Βελουχιώτη, συμβολίζει μία φάση ανόδου και ήττας της επαναστατικής στρατηγικής στο εσωτερικό του ΚΚΕ, μέσα στο οποίο διεξήχθη έστω και με έμμεσο τρόπο την περίοδο 1941 – 1945 μία πάλη ταξικών γραμμών, που αντανακλούσε την ταξική πάλη στο επίπεδο του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού. Επρόκειτο, για την πάλη μεταξύ της προλεταριακής και της αστικής ιδεολογίας, των ορθών και των λανθασμένων αντιλήψεων που απηχούσε ζητήματα στρατηγικής και αφορούσε ζητήματα τακτικής στις καμπές της επαναστατικής διαδικασίας.
Στις επαναστατικές πλευρές αυτής της στρατηγικής, εντάσσονταν: α) η ορθή αντιμετώπιση της ανάγκης της συγκρότησης μιας ευρύτερης λαϊκής συμμαχίας εργατικών και αγροτικών στρωμάτων, που έθετε στο κέντρο της πολιτικής της, 1) τα βασικά ζητήματα των λαϊκών τάξεων μέσα στη συγκυρία, το ζήτημα της διατροφής, της επιστράτευσης, της οργάνωσης πολιτικής προστασίας του πληθυσμού από τις συμμορίες και τα όργανα των κατακτητών, και 2) η ανάδειξη του ζητήματος του εθνικού αυτοπροσδιορισμού και της ανεξαρτησίας, ως καθοριστική στιγμή της διαμόρφωσης της ηγεμονίας της εργατικής τάξης στη συμμαχία της με ευρύτερες λαϊκές μάζες και άρα η αποφυγή μίας γραμμής που δεν θα κατανοούσε το ζήτημα της εθνικής απελευθέρωσης, ως κεντρικό για το λαϊκό κίνημα και θα το εξάλειφε στο πλαίσιο μία σύγκρουσης με τα χαρακτηριστικά «τάξης εναντίον τάξης», και β) η πολιτική και πρακτική ανάδειξη του γεγονότος ότι καθοριστική μέθοδος για τη σταθεροποίηση και την υλοποίηση μίας τέτοιας συμμαχίας σε συνθήκες κατοχής, ήταν η ανάδειξη του ένοπλου αγώνα σε κυρίαρχη μορφή αγώνα.
Στις αστικά ηγεμονευόμενες πλευρές της στρατηγικής του ΚΚΕ, που δεν κυριάρχησαν εντελώς αλλά έπαιξαν, βασικό ρόλο στο να διευκολύνουν τον αντίπαλο να νικήσει στην «νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε» εντάσσονταν: α) η μετάφραση στην ελληνική πραγματικότητα της «θεωρίας των σταδίων», με τη προσπάθεια συμμαχίας με τις «αστικοδημοκρατικές δυνάμεις» που ούτε καν εκφράζονταν την περίοδο 1943 – 1944 στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό, β) η αντίληψη των «στρατοπέδων» των δύο κάθετα διαχωρισμένων μπλοκ, «συμμάχων» και ναζί, που δεν μπορούσε έγκαιρα να διαβλέψει, τη αντικειμενική και γρήγορη αλλαγή στάσης των δυτικών ιμπεριαλιστών για να διαλύσουν το λαϊκό κίνημα και την ανάγκη να οργανωθεί πολιτικά και στρατιωτικά απέναντι τους, και γ) η λανθασμένη ταύτιση των κρατικών συμφερόντων της Ε.Σ.Σ.Δ με αυτά του διεθνούς εργατικού κινήματος. Αυτές οι στρατηγικές αδυναμίες, οδήγησαν σε λάθος εκτιμήσεις δηλαδή την αδυναμία κατανόησης ότι με τον δεδομένο συσχετισμό δύναμης και την εισβολή των μαζών στο προσκήνιο, η αστική εξουσία δεν μπορούσε να ξαναοργανωθεί παρά μόνο με την πλήρη διάλυση του λαϊκού κινήματος, των θεσμών και των φορέων του. Οδήγησαν επίσης και σε μία συμβιβαστική πολιτική με σταθερές υποχωρήσεις που ανακόπτονταν συγκυριακά από αντιφατικές επιλογές, με χαρακτηριστικότερη τα Δεκεμβριανά, όπου αναπτύχθηκαν ως μοχλός μίας πολιτικής αλλαγής με την χρήση μία μορφής ένοπλης διαμαρτυρίας αφοπλισμού των πιο απονομιμοποιημένων τμημάτων των κρατικών μηχανισμών, και όχι ως μάχη για την εξουσία ζωής και θανάτου όπως ήταν που δεν θα έπρεπε να περιοριστεί ούτε να σταματήσει στη μάχη της Αθήνας.
Η μεγαλειώδης και ταυτόχρονα τραγική πορεία του εαμικού αγώνα και η ρήξη του Άρη με το κόμμα, επιβεβαιώνουν ένα κρίσιμο συμπέρασμα για την επαναστατική θεωρία και πρακτική. Η πολιτική γραμμή, ως εργαλείο επίλυσης της αντίθεσης μεταξύ της πολιτικής πρωτοπορίας και των μαζών πρέπει να διαμορφώνεται μέσα από την στερεή επαναστατική θεωρία αλλά και μέσα από την αποφασιστική συμβολή των μαζών στη διαδικασία της διαμόρφωσής της. Η εμπλοκή με τις λαϊκές δυνάμεις ακόμη και με εκείνες που έχουν μικρότερη εμπειρία ή ακόμα και αντιφατικά ιδεολογικά στοιχεία , όχι απλώς δε νοθεύει αλλά αντίθετα διασφαλίζει διαρκώς τον επαναστατικό προσανατολισμό. Από την άλλη πλευρά, ακόμη και η ορθή-επαναστατική πολιτική γραμμή δεν μπορεί να επιβληθεί, χωρίς να εκφράζεται και να εκπροσωπείται από τους πολιτικούς μηχανισμούς του συλλογικού διανοούμενου των επαναστατικών δυνάμεων.
Η λυσσαλέα επίθεση στον Άρη Βελουχιώτη μετά το θάνατό του από το κράτος της λευκής τρομοκρατίας δεν κατέστη ικανή να τον σβήσει από τη συλλογική μνήμη του λαού. 70 χρόνια μετά, ο Άρης είναι αθάνατος. Ήρωας σαν κι αυτούς που μπορούν να γεννιούνται μόνο μέσα από την συμμετοχή στους ασυμφιλίωτους ταξικούς και κοινωνικούς αγώνες. Σαν κι αυτούς που έχουν σφυρηλατηθεί μέσα στο ελληνικό και παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα, μέσα από τις νίκες αλλά και μέσα από τις ήττες.
Αθήνα 16 Ιουνίου 2015