7 Σεπτεβρίου 2012
-
Τρεις μήνες μετά τις βουλευτικές εκλογές της 17ης Ιούνη και τη συγκρότηση της τρικομματικής κυβέρνησης με κέντρο της την Ν.Δ., ο συνασπισμός εξουσίας με μοχλό το κυβερνητικό κέντρο εμβαθύνει τη συνολική επίθεση απέναντι στα λαϊκά και στα μικροαστικά στρώματα, επιχειρώντας να διαμορφώσει τους όρους για μία μακροπρόθεσμη κοινωνική αναδιάρθρωση και αναμόρφωση του καθεστώτος συσσώρευσης στην Ελλάδα. Η στρατηγική αυτή δεν περιλαμβάνει μόνο τις νέες περικοπές των 13,5 δις και τις ιδιωτικοποιήσεις, μέτρα τα οποία είναι προσωρινά μέχρι τα επόμενα, αλλά και τις συνολικότερες αλλαγές του συσχετισμού δύναμης στους χώρους εργασίας, με τη ραγδαία μείωση του κόστους της εργατικής δύναμης, την ενατικοποίηση της εργασίας, την ανεργία που ενισχύει τον εργοδοτικό δεσποτισμό και αποδυναμώνει τις συνδικαλιστικές αλλά και τις κοινωνικές αντιστάσεις των εργαζόμενων τάξεων
-
Η στρατηγική αυτή υπαγορεύεται από τον τρόπο που η αστική τάξη και τα διεθνή στηρίγματά της που αντιπροσωπεύονται με μεγάλο ειδικό βάρος στον αστικό συνασπισμό εξουσίας στην Ελλάδα, αντιμετωπίζουν την κρίση, ως μεγάλο κίνδυνο αλλά και ως ενδεχόμενη ευκαιρία. Η στρατηγική αυτή έχει σα στόχο να μεταβάλλει δραστικά τον οικονομικό συσχετισμό δύναμης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας μειώνοντας υπέρμετρα το κόστος εργασίας, αλλά και να μετασχηματίσει τα χαρακτηριστικά των εργαζόμενων τάξεων στην Ελλάδα, ως πρώτη απαραίτητη προϋπόθεση, για την ευρύτερη αλλαγή του καθεστώτος συσσώρευσης. Πρόκειται για μία στρατηγική που εμπεριέχει πτυχές της κρίσης αλλά και αντιφάσεις στο βαθμό που έρχεται σε ρήξη με το προγενέστερο αναπτυξιακό πρότυπο της κατανάλωσης και της διατήρησης πτυχών ευημερίας μέσω του δανεισμού χωρίς να το αντικαθιστά με κάποιο άλλο. Έτσι, η αστική τάξη κινείται για την διαχείριση της εξίσωσης της κρίση μόνο ως προς τον ένα παράγοντα, αυτόν της συμπίεσης της εργασίας, γεγονός που σωρεύει μεγάλες εντάσεις και αντιφάσεις.
-
Ταυτόχρονα, σε διεθνές επίπεδο φαίνεται ότι η κρίση του 2008 – 2009 όχι μόνο δεν έχει επιλυθεί πλήρως, αλλά επανέρχεται μία δεύτερη φάση ύφεσης. Ιδιαίτερα η Ε.Ε και η Ευρωζώνη που λόγω των ενδογενών αντιφάσεων και της αστάθειας που παρήγαγε η Ο.Ν.Ε και το ευρώ εμφανίζει σήμερα σημαντικότερα κρισιακά συμπτώματα από ότι οι άλλοι ιμπεριαλιστικοί ή και ανερχόμενοι οικονομικοί πόλοι.
-
Η κοινωνική και οικονομική πολιτική που ακολουθείται τα τελευταία χρόνια σε συνδυασμό με την εξέλιξη της διεθνούς οικονομικής κατάστασης, έχει σαν αποτέλεσμα την πρωτοφανή πτώση του Α.Ε.Π., η οποία καθιστά την αποπληρωμή του ελληνικού χρέους, ακόμα και μετά τις περικοπές του ιδιωτικού χρέους, αδύνατη. Καθίσταται όλο και περισσότερο σαφές ότι με βάση την οικονομική πολιτική και τις οικονομικές εξελίξεις, την πτώση του Α.Ε.Π κατά 7 %, την αύξηση της ανεργίας σε ύψη που προσεγγίζουν το 30 % αν ληφθούν υπόψη η μακροχρόνια άνεργοι, την μείωση των φορολογικών εσόδων οδηγεί στην αδυναμία αποπληρωμής του χρέους, ενώ όλες οι παραδοχές του τρίτου μνημονίου μέσα σε λίγους μήνες έχουν καταρρεύσει. Έτσι, με μετριοπαθείς παραδοχές για την μείωση του Α.Ε.Π και των φορολογικών εσόδων, αλλά και των εσόδων από ιδιωτικοποιήσεις, το ελληνικό χρέος θα ανέλθει σε 210 % του Α.Ε.Π. Έτσι, κάποια στιγμή θα γίνει ξανά απαραίτητη η περικοπή του χρέους που κατέχει πια η Ε.Κ.Τ και η τρόικα, δηλαδή τα ιμπεριαλιστικά κράτη. Αυτή θα καταστεί αναπόφευκτη και η μόνη εναλλακτική λύση θα αποτελέσει η ελληνική χρεοκοπία.
-
Οι διεθνείς ιμπεριαλιστικοί μηχανισμοί και τα ιμπεριαλιστικά κράτη, αλλά και η ελληνική αστική τάξη έχουν επίγνωση αυτού του γεγονότος. Η προσπάθεια η οποία καταβάλλουν έχει τρεις άξονες α) ο κεντρικός άξονας είναι να αξιοποιήσουν την κρίση συντρίβοντας ένα σύνολο οικονομικών και εργασιακών συνθηκών με την απειλή της κρίσης και της χρεοκοπίας να διαμορφώσουν τους όρους μίας νέας «πρωταρχικής συσσώρευσης» που θα αυξήσει την καπιταλιστική κερδοφορία σε ορισμένους οικονομικούς κλάδους και θύλακες στη φάση μετά το επόμενο κούρεμα του ελληνικού χρέους β) μέχρι τότε να αποσπάσουν όσο γίνεται περισσότερους πόρους για την αποπληρωμή του ελληνικού χρέους και γ) ο “παραδειγματισμός” των αστικών τάξεων, χωρών που βρίσκονται σε αντίστοιχη κατάσταση.
-
Είναι σαφές ότι μία τέτοια στρατηγική είναι ανολοκλήρωτη, προϋποθέτει εκτεταμένη ανεργία αλλά και πρωτοφανή μείωση των μισθών και της αγοραστικής δύναμης των εργαζόμενων τάξεων. Η Ελλάδα, λόγω της οξύτητας της κρίσης, αν και μικρή χώρα, αποτελεί ένα πεδίο δοκιμής αυτού του νέου καθεστώτος για τις δυνάμεις της εργασίας, που με διαφορετικούς ρυθμούς και τρόπους, ανάλογα με την οικονομική συγκυρία και τον ταξικό συσχετισμό δύναμης, επεκτείνεται ή μπορεί να επεκταθεί από την περιφέρεια της Ευρωζώνης, εν μέρει και στις χώρες των πιο αναπτυγμένων καπιταλιστικών κρατών. Οι κυρίαρχες τάξεις είναι διατεθειμένες να δοκιμάσουν αυτή τη στρατηγική στο έπακρο. Οι εκτεταμένες περικοπές μισθών, αλλά και οι τροχιοδεικτικές βολές για την υπό όρους κατάργηση τη πενθήμερης εργασίας θα έχουν επιπτώσεις στην αλλαγή του συνολικού κοινωνικού μοντέλου των τελευταίων τριάντα ετών, ένα από τα κεντρικά στοιχεία του οποίου αποτέλεσε η αύξηση της κατανάλωσης, αλλά και η σύνδεση της με την αύξηση του «ελεύθερου χρόνου».
-
Σε αυτή τη στρατηγική είναι πλήρως αφοσιωμένη η ελληνική αστική τάξη παρά τις αντιφάσεις και τις συγκρούσεις που γεννά. Αντανακλάται το γεγονός αυτό από τον τρόπο με τον οποίο τα αστικά πολιτικά κόμματα ξεπέρασαν προγενέστερες διαφορές, από τον πλήρη συντονισμό των ιδιωτικών ιδεολογικών μηχανισμών για την υποστήριξη των μέτρων, αλλά και εν μέρει από το χαρακτήρα της αριστερής αξιωματικής αντιπολίτευσης που δέχεται σημαντική πίεση, σε αλληλεπίδραση αν και σε εξωτερική σχέση με το συνασπισμό εξουσίας. Η στρατηγική παραμονής στην Ευρωζώνη, σε συνδυασμό με την επιδίωξη για υψηλή δομική ανεργία και μείωση του κόστους της εργατικής δύναμης τουλάχιστον κατά 50 %, δεν επιδέχεται καμία αμφισβήτηση από τις αστικές πολιτικές δυνάμεις, αλλά σε τελική ανάλυση και από την κοινοβουλευτική αντιπολίτευση, όσο δεν θα αναπτύσσει μία στρατηγική ρήξης με την ευρωζώνη στο πλαίσιο ενός διαφορετικού κοινωνικό οικονομικού μοντέλου. Τόσο στη ΣΥΡΙΖΑ εντείνονται οι έξωθεν αλλά και εσωτερικές πιέσεις για περιορισμό των πιο ριζοσπαστικών φωνών του σε σχέση με το €, όσο και στο ΚΚΕ επανέρχεται εμφατικά στο λόγο του το “δε μας ενδιαφέρει το δραχμή ή ευρώ”.
-
Τρεις μήνες μετά την συγκρότηση της τρικομματικής κυβέρνησης διαμορφώνεται μία νέα βαθύτερη φάση της επίθεσης με τα νέα μέτρα, την αύξηση της ανεργίας και την «άναρχη» και εξατομικευμένη μείωση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα. Όμως, παρά το γεγονός ότι η αριστερά απέσπασε περίπου 2 εκατομμύρια ψήφους και κατέλαβε ένα ποσοστό 32 %, αυτό δεν αντανακλάται στην ένταση των κοινωνικών αγώνων. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που συντείνουν σε αυτή την κατεύθυνση 1) η αλλαγή του συσχετισμού δύναμης μέσα στους εργασιακούς χώρους, με την ανεργία, την εντατικοποίηση που σπέρνει την απογοήτευση και το φόβο 2) η παρατεταμένη εκλογική περίοδος που ενίσχυσε τις εκλογικίστικες αυταπάτες, και μετέθεσε το κέντρο βάρους της λαϊκής δυσαρέσκειας και διαμαρτυρίας στο εκλογικό επίπεδο και 3) οι πολιτικές στρατηγικές της κοινοβουλευτικής αριστεράς πριν και μετά τις εκλογές. Ειδικά η υιοθέτηση από πλευράς του ΣΥΡΙΖΑ μίας όλο και περισσότερο κοινοβουλευτικής και φιλο ΕΕ και φιλο ΟΝΕ ρητορικής και η λειτουργία ως υπεύθυνης πολιτικής δύναμης και εν αναμονή «κυβέρνησης» έχει παίξει σημαντικό ρόλο στην μη ανάπτυξη των όρων και προϋποθέσεων για μία μαζική κοινωνική αντίσταση και αντεπίθεση απέναντι στη συνολικότερη επίθεση της αστικής τάξη που έχουν αντιμετωπίσει οι εργαζόμενες τάξεις. Το ΚΚΕ από την άλλη δε δείχνει να τροποποιεί την απομονωτική του λογική σε σχέση με το εργατικό και τα κοινωνικά κινήματα.
-
Όμως, αυταπατώνται εκείνες οι δυνάμεις και ειδικά μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ οι οποίες νομίζουν ότι θα ανέλθουν στη κυβέρνηση αξιοποιώντας την κοινωνική δυσαρέσκεια μέσα από τη στρατηγική του «ώριμου» φρούτου. Η κατεύθυνση θα είναι εντελώς αντίθετη. Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ σχετίζεται με την έμμεση εκπροσώπηση των μεγάλων κοινωνικών αγώνων της προηγούμενης διετίας και συνεπώς η έλλειψη αντίστοιχων αγώνων και πολύ περισσότερο ο εγκλωβισμός της διαμαρτυρίας σε μία φιλοδιαχειριστική λύση που θα επιδιώκει με κάθε κόστος την παραμονή στην ΟΝΕ, θα οδηγήσει στην πολιτική κάμψη του ΣΥΡΙΖΑ.
-
Από την πλευρά τους οι πολιτικοί και ιδεολογικοί μηχανισμοί της αστικής τάξης υφίστανται σημαντική φθορά και μία κρίση νομιμοποίησης. Όμως, διαθέτουν εναλλακτικές λύσεις στο βαθμό που θα προχωρά η αστική στρατηγική και θα αλλάζει ο συσχετισμός δυνάμεων. Οι λύσεις αυτές βρίσκονται στην αυταρχικοποίηση του κράτους και αντίστοιχα στη μετατόπιση του πολιτικού λόγου των αστικών πολιτικών κομμάτων στην εκπροσώπηση συγκεκριμένων κοινωνικών στρωμάτων με ένα αντιδραστικό πολιτικό και ιδεολογικό λόγο και πρακτική.
-
Παρά το γεγονός ότι η Χ.Α. παραμένει ένας μηχανισμός εκτός του επίσημου πολιτικού συστήματος, αποτελεί μία συμπληρωματική πολιτική λύση και μία εν δυνάμει εφεδρεία του συστήματος σε συνθήκες κρίσης. Το γεγονός ότι μετά τις εκλογές αυξάνεται η πολιτική της παρουσία και η πολιτική της επιρροή, πρωτίστως σχετίζεται με το γεγονός ότι στις συνθήκες της κρίσης αναδεικνύονται ένα σύνολο αντιδραστικών ιδεολογικών χαρακτηριστικών που υπήρχαν στο εσωτερικό μεγάλου τμήματος των κοινωνικών στρωμάτων που αντιπροσωπεύονταν στα κόμματα εξουσίας, σχετίζεται όμως και με το γεγονός ότι η αντιδραστικοποίηση της πολιτικής σκηνής είναι συμβατή με την άνοδο της ακροδεξιάς πρακτικής.
-
Είναι επιτακτική σήμερα η οικοδόμηση ενός μετώπου πρωτίστως των δυνάμεων της αριστεράς, που με συγκεκριμένο και ενιαίο τρόπο και σε πολιτικό επίπεδο, αλλά κυρίως σε επίπεδο εργασιακών χώρων και συνοικιών, με πρακτικούς και ιδεολογικούς όρους θα αντισταθεί στην επέλαση του κεφαλαίου. Μακροπρόθεσμα, στο μέτωπο αυτό για να είναι αποτελεσματικό πρέπει να ηγεμονεύει, το μεταβατικό πρόγραμμα διεξόδου από την κρίση και η στρατηγική της ρήξης με την ΟΝΕ και της εξόδου από την Ε.Ε. Μεσοπρόθεσμα, για την οικοδόμηση ενός τέτοιου μετώπου πρέπει η ανάπτυξη του να οργανωθεί μέσα από πολλαπλές διαδικασίες. Σε ένα πρώτο επίπεδο η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να οργανώσει τις πολιτικές της σχέσεις με άλλες δυνάμεις που συγκλίνουν σε μία αντι ΟΝΕ και αντι ΕΕ κατεύθυνση και συμμερίζονται το μεταβατικό πρόγραμμα διεξόδου από την κρίση. Πρέπει να οικοδομήσει πολιτικές σχέσεις στη βάση, σε επίπεδο συνοικιών, τοπικών πρωτοβουλιών, σωματείων, με δυνάμεις, ρεύματα και αντιλήψεις που διαφοροποιούνταν από την δεξιόστροφη πολιτική μετατόπιση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και τη σεκταριστική πολιτική του ΚΚΕ. Τέτοιες δυνάμεις υπάρχουν εκτός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στο ΜΑΑ, σε άλλες δυνάμεις της εξ. αριστεράς αλλά και εντός του ΣΥΡΙΖΑ και εντός του ΚΚΕ και αφορούν σε πολιτικές τάσεις, αντιλήψεις και ρεύματα α) στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, που αργά η γρήγορα θα προσκρούσουν πάνω στη δεξιά μετατόπιση, τη στρατηγική της εν αναμονή κυβέρνησης και της εκλογικίστικης στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ που επιχειρεί να αποσβέσει τους κοινωνικούς κραδασμούς, ώστε να παρουσιαστεί ως υπεύθυνη αντιπολίτευση και β) τις πολιτικές μετατοπίσεις που μπορεί να υπάρξουν στο εσωτερικό του ΚΚΕ, που αντιμετωπίζει μία συνολική κρίση πολιτικής στρατηγικής Η προβολή αυτοτελώς σε πολιτικό επίπεδο και σε κοινωνικούς χώρους, του μεταβατικού προγράμματος και της κατεύθυνσης ρήξης με την Ε.Ε. έχει σήμερα μεγάλη σημασία. Το στοίχημα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι να μπορέσει να αναπτύξει την πολιτική στρατηγική του αριστερού κοινωνικού πολιτικού μετώπου ρήξης και ανατροπής με μία διπλή κατεύθυνση α) να υποβάλει πρόταση σε όλες τις δυνάμεις που ενστερνίζονται την αναγκαία αντιμνημονιακή, αντι-ΟΝΕ, αντισυνδιαχειριστική κατεύθυνση για την συγκρότηση μίας κεντρικής πολιτικής πρωτοβουλίας που να προβάλλει το μεταβατικό πρόγραμμα στις λαϊκές μάζες και με κεντρική πτυχή την έξοδο από το Ευρώ και την Ε.Ε. και η οποία να δρα από κοινού σε εργασιακούς χώρους, κοινωνικούς χώρους και λαϊκές συνελεύσεις. Για αυτό το λόγο καθίσταται απαραίτητο να οργανωθούν συζητήσεις και προσπάθειες κοινής παρέμβασης από ένα σύνολο τέτοιων δυνάμεων και σε κεντρικό, αλλά κυρίως σε τοπικό επίπεδο.
-
Σε ένα δεύτερο επίπεδο πρέπει να επιδιώξει να συμβάλλει στην ενότητα των δυνάμεων της αριστεράς σε ένα μέτωπο αντίστασης στην επιβολή των μέτρων αλλά και για την κοινωνική και συνδικαλιστική ανασυγκρότηση στους εργασιακούς χώρους. Στοιχεία μίας αριστερής κοινωνικό πολιτικής ενότητας μπορούν να προβάλλουν ενδιάμεσα αιτήματα και αντιστάσεις χωρίς κατ’ ανάγκη σε αυτή τη φάση να ταυτίζονται με την συνολική υιοθέτηση του μεταβατικού προγράμματος. Ωστόσο, απαραίτητο στοιχείο μίας τέτοιας στρατηγικής είναι η κάλυψη του συνδικαλιστικού κενού που αφήνει η κατάρρευση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, αλλά και του γενικότερου κενού εκπροσώπησης που παράγει σε ένα σύνολο κοινωνικών χώρων η κρίση νομιμοποίησης των αστικών πολιτικών – ιδεολογικών μηχανισμών. Μία τέτοια κίνηση που είναι εξαιρετικά πολύπλοκη και δύσκολη λόγω του κοινωνικού και ιδεολογικού συσχετισμού, έχει απαραίτητα τα στοιχεία της ευρύτερης κοινωνικής ενότητας της αριστεράς, σε αντίθεση με τον αναχωρητισμό, τον σεκταρισμό, τον διανοουμενισμό και τον βερμπαλισμό.
-
Στο πλαίσιο αυτό, είναι αναγκαία η αξιοποίηση των συντονισμών σωματείων, η δημιουργία σωματείων, η εκ νέου οργάνωση λαϊκών συνελεύσεων, η διαμόρφωση πλατιών αντιφασιστικών επιτροπών, στις οποίες να συμμετέχουν τα ευρύτερα δυνατά τμήματα της αριστεράς και του ριζοσπαστικού κινήματος. Κεντρικό στοιχείο αποτελεί η οικοδόμηση κοινωνικών συμμαχιών στη βάση με εκείνο το κοινωνικό και πολιτικό δυναμικό που εκπροσωπείται πρωτίστως από το ΣΥΡΙΖΑ αλλά και από το ΚΚΕ, με άξονες την αντίθεση στη μείωση των μισθών και τις απολύσεις, τα χαράτσια, τις ιδιωτικοποιήσεις και τον κρατικό αυταρχισμό. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, πρέπει να δουλέψει συντονισμένα μέσα σε εργασιακούς και κοινωνικούς χώρους αλλά και στις λαϊκές συνελεύσεις στις γειτονιές επιχειρώντας να διαμορφώσει ευρύτερες κοινωνικές συσπειρώσεις, στις οποίες να συμμετέχει ο κόσμος που επηρεάζεται από τις άλλες δυνάμεις της αριστεράς.
-
Μπροστά μας έχουμε μία πολύ σημαντική μάχη που αφορά και συμπυκνώνεται στην διαδικασία ψήφισης του νέου πακέτου μέτρων. Αν τα μέτρα αυτά ψηφισθούν και πολύ περισσότερο χωρίς το απαιτούμενο εύρος κοινωνικών αντιστάσεων τότε θα μιλάμε για σημαντικό βήμα προς τη φτωχοποίηση μεγάλων τμημάτων των εργαζόμενων τάξεων και ένα βήμα προς την επανασταθεροποίηση της συνολικής ηγεμονίας της αστικής τάξης. Για αυτό το λόγο, η μάχη της λαϊκής καταψήφισης των νέων μέτρων πρέπει να δοθεί με τους πιο μαζικούς και αποφασιστικούς όρους. Από σήμερα πρέπει να ξεκινήσει μία προσπάθεια σε συνδικάτα και κοινωνικούς φορείς, συντονισμένα από τις δυνάμεις της αριστεράς, για να οργανωθούν γενικές απεργίες τις ημέρες ψήφισης των νέων μέτρων, να κληθεί ο λαός και οι εργαζόμενοι να αποτρέψουν την ψήφιση των μέτρων με συγκεντρώσεις έξω από τη βουλή και τις άλλες πόλεις, και να απαιτηθεί από τους βουλευτές της αριστεράς εκείνες τις ημέρες να είναι στις συγκεντρώσεις με το λαό και όχι μέσα στο κοινοβούλιο.