Η ΕΚΛΟΓΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ Η ΥΠΟΤΑΓΗ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΣΤΟ ΕΥΡΩΕΝΩΣΙΑΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ
1. Στις 25 Γενάρη ολοκληρώθηκε σε πολιτικό επίπεδο η πρώτη φάση ενός μεγάλου κύκλου ανατροπής που ξεκίνησε με την εφαρμογή των μνημονίων το 2010. Μέσα σε λίγα χρόνια ένα μικρό κόμμα της ρεφορμιστικής αριστεράς κατέλαβε ποσοστό 36,3 % και σχημάτισε κυβέρνηση. Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση αποτέλεσε μία διαδικασία έκφρασης αμυντικών ταξικών συμφερόντων, σε τελική ανάλυση αστικά ηγεμονευόμενων. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι φορέας αντικειμενικών αντιφάσεων και η άνοδός του στην κυβέρνηση αποκρυσταλλώνει μία διαδικασία συνέχειας της αστικής πολιτικής με μικρές διορθώσεις εις όφελος των λαϊκών στρωμάτων. Όμως, στην παρούσα συγκυρία, είναι μία εξέλιξη η οποία δημιουργεί δυνατότητες για την άνοδο της ταξικής πάλης.
2. Μία τέτοια μεταβολή που θα φαινόταν αδιανόητη πριν από ορισμένα χρόνια, σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην πολιτική που επί μία πενταετία ακολουθήθηκε χωρίς ταλαντεύσεις από το σύνολο των αστικών δυνάμεων και των ιμπεριαλιστικών κέντρων. Αυτή η πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης, της παραμονής με κάθε κόστος στην ΟΝΕ και την ΕΕ και της προετοιμασίας των συνθηκών για ακόμη μεγαλύτερη κερδοφορία του κεφαλαίου μετά την έξοδο από την κρίση, οδήγησε σε μία από τις μεγαλύτερες και πλέον παρατεταμένες κρίσεις που έχει υπάρξει σε χώρα του αναπτυγμένου καπιταλισμού μετά τον πόλεμο.
3. Παρότι η αστική τάξη επιθυμούσε τη διατήρηση του ίδιου κυβερνητικού πόλου εξουσίας ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, επιτυγχάνοντας εκλογή ΠτΔ από την προηγούμενη Βουλή, αυτό δεν κατέστη δυνατό, πρωτίστως λόγω της αποδιάρθρωσης των κοινωνικών εκπροσωπήσεών της. Στο έδαφος αυτής της συγκυρίας, οι συσχετισμοί δύναμης άρχισαν να μεταβάλλονται οριστικά υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ και τμήματα του ελληνικού κεφαλαίου, κυρίως διαμέσου των πολιτικό ιδεολογικών εκπροσώπων τους, άρχισαν να τον αντιμετωπίζουν ως ένα αναπόφευκτο ενδεχόμενο με το οποίο θα έπρεπε να συμβιβαστούν.
4. Με ανοικτό το ενδεχόμενο των εκλογών μετά την επιτάχυνση της εκλογής ΠτΔ, η εγχώρια αστική τάξη, η κυβέρνηση Σαμαρά, αλλά και οι ξένοι ιμπεριαλιστές που σε μεγάλο βαθμό την καθοδηγούσαν, ακολούθησαν μια στρατηγική με τις εξής κατευθύνσεις: α) να διατηρηθεί ένα συμπαγές και σχετικά υψηλό ποσοστό της Ν.Δ. ώστε να μην αποδιοργανωθούν εντελώς όλες οι παραδοσιακές μορφές αστικής εκπροσώπησης, κάτι που διακυβευόταν αν η κυβέρνηση Σαμαρά έπαιρνε τα απαιτούμενα από την τρόικα μέτρα το δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου β) να μηδενισθεί ο χρόνος που θα είχε ο ΣΥΡΙΖΑ για να λάβει ορισμένα φιλολαϊκά μέτρα ώστε να σταθεροποιήσει την πολιτική του βάση και να οργανώσει τις συμμαχίες του στο εσωτερικό και το εξωτερικό γ) να τεθεί εξαρχής στο ΣΥΡΙΖΑ με όρους άμεσου εκβιασμού το ζήτημα είτε της συνέχισης των μνημονίων είτε της εξόδου από την Ευρωζώνη, χωρίς να του δοθεί το περιθώριο μίας πολύμηνης διαπραγμάτευσης.
5. Αυτή η πολιτική φαίνεται ότι έχει τα κατάλληλα πολιτικά αποτελέσματα. Ήδη από την ανάληψη του κυβερνητικού κέντρου και τη διαμόρφωση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, ήταν εμφανείς οι διεργασίες ταχύτατης προσαρμογής του ΣΥΡΙΖΑ σε μία διαδικασία συμβιβασμού, όχι μόνο με τους δανειστές και τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, αλλά και με τμήματα του εγχώριου κεφαλαίου. Παρά τις υποτιθέμενες εκκλήσεις του ΣΥΡΙΖΑ προς τους αριστερούς ψηφοφόρους για αυτοδυναμία, ήταν προφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ήδη προεκλογικά συμφωνήσει να συγκυβερνήσει με τους ΑΝΕΛ. Η συγκρότηση συγκυβέρνησης με τους ΑΝΕΛ και όχι η νέα προσφυγή στις κάλπες, με την οποία θα κατακτούσε πιθανότατα την αυτοδυναμία, είχε δύο στόχους α) να αποφύγει μία περαιτέρω οικονομική αποδιοργάνωση με την εκδήλωση οικονομικού κενού στην χρηματοδότηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος μετά το τυπικό τέλος του μνημονίου στις 28 Φλεβάρη β) να διαμορφώσει ένα επιχείρημα για την μη υλοποίηση ενός ημιρεφορμιστικού κυβερνητικού προγράμματος, λόγω μη αυτοδυναμίας. Ταυτόχρονα να δώσει επαρκείς διαβεβαιώσεις στα αστικά στρώματα και στο προσωπικό των κρατικών μηχανισμών ότι δεν θα προχωρήσει σε μείζονες ρήξεις και μεταβολές στους διεθνείς προσανατολισμούς της ελληνικής πολιτικής.
6. Η ίδια η συγκρότηση του κυβερνητικού σχήματος του ΣΥΡΙΖΑ είναι προϊόν συγκερασμού των αντιφατικών γραμμών στο εσωτερικό του, με σαφή όμως τη δεσπόζουσα των πολιτικών τάσεων που και πριν τις εκλογές μεθόδευαν σε μία κατεύθυνση ευθυγράμμισης με τα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Χαρακτηριστική είναι επίσης η αντιμετώπιση του τραπεζικού συστήματος, με κινήσεις τοποθέτησης προσώπων του πυρήνα του σημιτικού επιτελείου ή και πλήρως αποδεκτών από τους ιδιώτες μετόχους των τραπεζών. Η συμμετοχή των ηγετικών στελεχών του αριστερού ρεύματος στο κυβερνητικό σχήμα αποτελεί μία κίνηση εξισορρόπησης σε ένα πλαίσιο επικοινωνιακής τακτικής που ακολούθησε η κυβέρνηση μετά την ανάληψη των καθηκόντων της αλλά και προληπτικού κατευνασμού του κόμματος. Ταυτόχρονα η επιλογή του Π. Παυλόπουλου ως προέδρου της δημοκρατίας είχε συμβολική και πολιτική σημασία. Η ανάδειξη από μία κυβέρνηση της αριστεράς ενός πολιτικού προσώπου νεοφιλελεύθερου και πλήρως συντονισμένου με τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς και με μεγάλο πολιτικό ρόλο στις κυβερνήσεις της δεξιάς την δεκαετία του 2000, δεν αποτελεί μόνο δείκτη συμβιβασμού προς τα κυρίαρχα κέντρα εξουσίας αλλά και δείκτη ότι σε κάθε περίπτωση θα αποφευχθεί μία ρήξη με το ευρωενωσιακό πλαίσιο. Περαιτέρω η εκλογή αυτή παγιώνει δεσμούς της ηγετικής ομάδας όχι μόνο με αστικά συμφέροντα, αλλά και με το καραμανλικό μπλοκ δίνοντάς της ένα κοινοβουλευτικό μαξιλάρι, ακόμα και στην περίπτωση κλυδωνισμών από τα αριστερά. Η υπερψήφισή του από τους βουλευτές της αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια πράξη αυτοεγκλωβισμού τους στα σχέδια της ηγεσίας – και προφανώς δεν ήταν ούτε η πρώτη, ούτε η τελευταία.
7. Στις πρώτες βδομάδες της διακυβέρνησης, η κυβέρνηση ακολούθησε μία τακτική επικοινωνιακών «ρήξεων» και κινητοποίησης των λαϊκών μαζών για να επιδείξει ισχυρή «διαπραγματευτική στάση». Στην κίνησή της αυτή είχε την υποστήριξη και τη συναίνεση και των αστικών πολιτικό ιδεολογικών μηχανισμών και των ΜΜΕ. Αυτή η επικοινωνιακή τακτική είχε σα στόχο το να καταστεί πιο εύκολη η άμεση αναδίπλωση του ΣΥΡΙΖΑ ακόμα και από το πρόγραμμα της ΔΕΘ. Όλο το πολιτικό πλαίσιο στο οποίο κινήθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ και η ηγετική του ομάδα, είχε εξαρχής ως δεδομένο το ενδεχόμενο της ολοκληρωτικής πειθάρχησής του στις πιέσεις των ιμπεριαλιστικών κέντρων. Φαίνεται από τη στάση της κυβέρνησης ότι εξαρχής το πολιτικό ιδεολογικό πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ είχε εγγεγραμμένη στο εσωτερικό του την τελική πορεία προς την υποταγή στα ιμπεριαλιστικά κέντρα και στο εγχώριο κεφάλαιο. Η αποδοχή του προοδευτικού χαρακτήρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της Ευρωζώνης, η αντιμετώπισή τους ως ένα πεδίο στο οποίο διεξάγεται η ταξική πάλη και μέσα από το οποίο μπορούν να οικοδομηθούν διεθνείς συμμαχίες, αποτελούν τους καταστατικούς μύθους πάνω στους οποίους οικοδομείται μία τόσο ραγδαία μεταβολή μεταξύ της διακηρυγμένης πολιτικής του κυβερνητικού κέντρου και της υλοποιούμενης.
8. Με την συμφωνία αποδοχής της συνέχειας του μνημονίου και των υποχρεώσεων του ελληνικού χρέους στο Eurogroup στις 20 – 24 Φεβρουαρίου 2015 καταρρέει ένα ολόκληρο πλαίσιο τεκμηρίωσης μίας πολιτικής και ιδεολογικής πλάνης και υπό αυτή την έννοια η δήλωση του Γλέζου είναι αποκαλυπτική. Όπως αποκαλυπτική είναι η στάση του πολιτικού μηχανισμού του ΣΥΡΙΖΑ που προσπαθεί να τον απαξιώσει με ανοίκειους χαρακτηρισμούς, όπως έκανε πριν ορισμένα χρόνια και με τον Αλαβάνο. Καταρρέουν οι μύθοι α) περί ισχυρής διαπραγμάτευσης και διεργασιών ανατροπής της λιτότητας που θα βρουν ανταπόκριση στο εσωτερικό της Ευρωζώνης β) η εκτίμηση ότι υπάρχουν ακόμα και αστικές κοινωνικό πολιτικές δυνάμεις που θέλουν το τέλος της λιτότητας, ειδικά στις χώρες του Νότου γ) ότι μπορούν να γίνουν αντικείμενο εκμετάλλευσης οι υποτιθέμενες αντιθέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Γερμανίας, στο βαθμό που οι ΗΠΑ ακολουθούν μία αντικυκλική πολιτική θα μπορούσαν να επιδράσουν μέσα στην Ε.Ε. για την στήριξη της Ελλάδας, δ)ότι οι κυρίαρχες τάξεις στην ΟΝΕ και ειδικά αυτές που έχουν κερδίσει το μεγαλύτερο μερίδιο από το σχηματισμό της, θα εκβιάζονταν από μία απειλή εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ γιατί θα συμπαρέσυρε το σύνολο της Ευρωζώνης. Τα επιχειρήματα αυτά, ειδικά το τελευταίο χαρακτηρίζει και την αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, αναδεικνύουν άγνοια, ίσως εσκεμμένη, της πραγματικής φύσης της ΟΝΕ και της Ε.Ε., της εξέλιξής τους και του συσχετισμού δυνάμεων.
9. Η Ευρωζώνη έχει δομικές αντιφάσεις που σε συνθήκες κρίσης διακυβεύουν τη συνοχή της. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι η συνοχή της και η ύπαρξή της είναι αενάως διακυβευόμενη, ούτε ότι το σύνολο των αστικών τάξεων, ακόμα και των χωρών της περιφέρειας, δεν έχει αποκομίσει οφέλη από τη συμμετοχή σε αυτήν. Η Ευρωζώνη μπορεί να αντιμετωπίσει σε κάποια φάση το ενδεχόμενο της διάλυσης, αυτό όμως δεν είναι άμεσα ορατό, ούτε θα προκύψει πρωτίστως από την αποχώρηση κάποιας από τις μικρές οικονομίες της περιφέρειας. Αντίθετα, αν κάτι τέτοιο συμβεί, θα γίνει σε βάθος χρόνου και στην περίπτωση που οι αστικές τάξεις ορισμένων από τις μεγαλύτερες οικονομίες όπως της Γαλλίας ή της Ιταλίας θα αντιληφθούν ότι η διεύρυνση της γερμανικής οικονομικής ηγεμονίας καθιστά το συνολικό ισοζύγιο παραμονής της Ευρωζώνης αρνητικό για αυτές αλλά και το ισοζύγιο της εξόδου θετικό. Στην παρούσα φάση απέχουμε πολύ από ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
10. Η θέση των ευρωπαϊκών αστικών τάξεων υπό την ηγεμονία των ιμπεριαλιστικών τμημάτων τους, όπως και στην Κύπρο το 2013, πολύ περισσότερο στην Ελλάδα το 2015, ήταν δεδομένη. Οι μηχανισμοί της ΟΝΕ δεν εκβιάζονται από ένα ενδεχόμενο Grexit, ακόμα και αν δεν το επιδιώκουν. Αυτό που καθορίζει τη στάση τους είναι ότι δεν πρόκειται να ανατρέψουν μία ολόκληρη αστική στρατηγική για την περίοδο, που αφορά με διαβαθμίσεις το σύνολο των κρατών της Ευρωζώνης, κάτω από το ενδεχόμενο της ελληνικής εξόδου από την Ευρωζώνη. Στο εσωτερικό της ΟΝΕ από το 2010 έχουν σημειωθεί βήματα θωράκισης κατά κύριο λόγο του χρηματοπιστωτικού συστήματος από την ενδεχόμενη χρεοκοπία μίας χώρας και της μετάδοσης μίας χρηματοπιστωτικής κρίσης στο σύνολο του τραπεζικού συστήματος με απρόβλεπτες συνέπειες. Επιπρόσθετα, στην παρούσα συγκυρία, προοιωνίζεται για το 2015 μεγαλύτερη ανάπτυξη στην Ευρωζώνη από ότι τα προηγούμενα χρόνια, κάτι που δίνει μία σχετική σταθεροποίηση στο ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα ώστε να αποφύγει άμεσους κλυδωνισμούς από ένα Grexit.
11. Ακόμα και αν οι ιμπεριαλιστικοί μηχανισμοί και πολύ περισσότερο το εγχώριο κεφάλαιο δεν επιδιώκουν την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, αυτό δε σημαίνει ότι μια τέτοια έξοδος από μόνη της θα αποσταθεροποιούσε την Ευρωζώνη, ώστε να αποτελέσει αποτρεπτικό παράγοντα και να διευκολύνει μία μεγάλη περικοπή του χρέους. Ακόμα και στην περίπτωση που η Ελλάδα εξωθούνταν εκτός Ευρωζώνης και προχωρούσε σε διαγραφή του κρατικού χρέους, οι επιπτώσεις για τις υπόλοιπες χώρες θα ήταν σε οικονομικό επίπεδο καταρχήν μικρές. Η διαγραφή του ελληνικού χρέους θα επιβάρυνε το δημόσιο χρέος των υπόλοιπων κρατών της Ευρωζώνης που το κατέχουν με την μορφή των δανείων μόλις κατά 2,5% του Α.Ε.Π αυτών των κρατών. Επιπλέον, στην περίπτωση που μια τέτοια διαγραφή οδηγούσε στην απώλεια μεγάλου μέρους των εξαγωγών των χωρών αυτών προς την Ελλάδα, το εμπόριο με την Ελλάδα αντιπροσωπεύει μόνο το 0,8% των εξαγωγών της Ευρωζώνης, με αποτέλεσμα ακόμα και ένας υποθετικός μηδενισμός του εμπορίου να οδηγήσει σε μείωση του Α.Ε.Π της Ευρωζώνης κατά 0,2%.
12. Αντίθετα, ένα ενδεχόμενο περικοπής του χρέους, ή αμοιβαιοποίησης του, ή έστω μεγάλης επιμήκυνσης των όρων αποπληρωμής, ακόμα και αν έχει μικρή οικονομική επιβάρυνση για αυτές τις χώρες, θα δημιουργούσε προσδοκίες για μία αντίστοιχη αντιμετώπιση, όχι μόνο από τις αστικές τάξεις των άλλων κρατών, αλλά και από τα λαϊκά στρώματα σε σχέση με το ιδιωτικό χρέος. Εκτός από πολιτικές, αυτό θα είχε και άμεσες οικονομικές επιπτώσεις σε χώρες όπως η Γερμανία, που κερδίζουν σημαντικά ποσά λόγω του χαμηλότερου κόστους δανεισμού τους, το οποίο έχει καταλήξει αρνητικό. Οι χώρες αυτές και κυρίως η Γερμανία θα σήκωναν το βάρος της εγγύησης του αξιόχρεου του συνόλου των κρατών στο εσωτερικό της Ευρωζώνης. Αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους που αποφεύγει την οποιαδήποτε περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους μέχρι οι οικονομίες της περιφέρειας μέσω του μηχανισμού της εσωτερικής υποτίμησης και της λιτότητας να «αποδείξουν» στις αγορές ότι μπορούν να αποπληρώσουν ένα τμήμα των υποχρεώσεών τους και κυρίως ότι λόγω του νέου ταξικού συσχετισμού δεν θα βρεθούν ξανά στην ίδια θέση.
13. Το ζήτημα του χρέους αναδεικνύεται κατά αυτό τον τρόπο ως κομβικό για τις οικονομικές εξελίξεις αλλά και για τους πολιτικούς συσχετισμούς. Χωρίς ουσιαστική περικοπή του, η διαφυγή τεράστιων πόρων για την αποπληρωμή τόκων και χρεολυσίων θα υπονομεύει τις δυνατότητες μίας βιώσιμης καπιταλιστικής ανάπτυξης, τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας, αλλά και τις οποιεσδήποτε παραχωρήσεις της αστικής τάξης προς τις λαϊκές τάξεις και τα μικροαστικά στρώματα. Σε σχέση με αυτό, η «ανατροπή της λιτότητας» όπως την εννοούσε ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν δευτερεύουσα πλευρά. Και αυτό γιατί ούτε το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ συνιστά ανατροπή της λιτότητας παρά μόνο επιμέρους ρυθμίσεις και μία μικρή επιστροφή των απωλειών της τελευταίας πενταετίας. Αλλά πρωτίστως διότι ανατροπή της λιτότητας χωρίς περικοπή του χρέους δεν μπορεί να συντελεστεί.
14. Η στάση των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών ήταν από την πρώτη στιγμή καθαρή. Καμία συζήτηση σε αυτή τη φάση για ελάφρυνση του χρέους, καμία ανατροπή, ούτε σε επιμέρους ζητήματα, της λιτότητας, απαίτηση από τη νέα κυβέρνηση για αποδοχή των μνημονιακών υποχρεώσεων και της αποπληρωμής των δανείων, σε διαφορετική περίπτωση διάλυση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και εξώθηση της Ελλάδας σε στάση πληρωμών. Η επιλογή αυτή ήταν ήδη δρομολογημένη όταν οδήγησαν την κυβέρνηση Σαμαρά σε επίσπευση των διαδικασιών για εκλογή του ΠτΔ, για αυτό και η βασική κίνηση τους έγινε αμέσως μετά την εκλογή της κυβέρνησης Τσίπρα και τις πρώτες επικοινωνιακού χαρακτήρα κινήσεις της που μίλαγαν για τέλος του μνημονίου και κατάργηση της τρόικας. Η κίνηση του Ντράγκι – που προεκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ προέβαλλε ως σύμμαχο και «αντιμερκελιστή»- στις 4 Φλεβάρη να διακόψει την αποδοχή των ομολόγων που κατείχαν οι ελληνικές τράπεζες ως εγγυήσεων για την παροχή ρευστότητας και ο περιορισμός τους σε ένα μόνο κανάλι χρηματοδότησης από τον ELA, που θα ανανεωνόταν κάθε δύο εβδομάδες, μετά από απόφαση με την πλειοψηφία των 2/3 των κεντρικών τραπεζιτών, δημιουργούσε όρους πιστωτικής ασφυξίας στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα με άμεσες οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες. Μία κατάσταση η οποία επιδεινωνόταν ραγδαία από την μεγάλη εκροή καταθέσεων την περίοδο πριν, αλλά κυρίως μετά, τις εκλογές, όπου εκτιμάται ότι διέρρευσαν από το τραπεζικό σύστημα 25 – 30 δις ευρώ.
15. Όπως και στην Κύπρο, έτσι και τώρα, ανεξάρτητα αν εκεί ήταν μία κυβέρνηση της δεξιάς και εδώ είναι της «αριστεράς», ο οικονομικός πόλεμος και οι συνθήκες πιστωτικής ασφυξίας οδήγησαν σε μία στάση πλήρους αναδίπλωσης και υποταγής. Η σκιαγράφηση των μέτρων και των δεσμεύσεων με το μαίηλ Βαρουφάκη αποτελεί όχι μόνο την ανατροπή ακόμα και αυτού του μίνιμουμ και εντελώς ανεπαρκούς προγράμματος της ΔΕΘ, αλλά και ενός συνόλου προγραμματικών κατευθύνσεων του ΣΥΡΙΖΑ με κεφαλαιώδες το ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων και της αποκατάστασης των ΣΣΕ.
16. Η δεξιά προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ αντανακλάτο ήδη και στο ιδιαίτερα αντιφατικό «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» που δεν μπορούσε να επιλύσει τα μεγάλα προβλήματα της καπιταλιστικής ελληνικής οικονομίας. Πολύ περισσότερο, δεν μπορούσε να αποκαταστήσει τις πολυεπίπεδες απώλειες που υπέστησαν η εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα την τελευταία πενταετία. Ακόμα και η επαναφορά του κατώτατου μισθού, μέτρο αναμφισβήτητα θετικό, θα είχε μικρή επίδραση, στο βαθμό που πρόκειται για μια αναδιανομή στην πραγματικότητα της τάξης μόλις του 2% του ΑΕΠ και για μία μικρή αποκατάσταση των σωρευτικών εισοδηματικών απωλειών της τάξης του 22 % του Α.Ε.Π., ενώ ταυτόχρονα είναι αρκετά απίθανο η άνοδος του κατώτατου μισθού να οδηγήσει σε ανάλογη άνοδο και του μέσου μισθού.
17. Όμως ακόμα και αυτά τα μέτρα που διάφορες εκδοχές της αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ ή πέριξ αυτής, τα αντιλαμβάνονταν λανθασμένα ως ανατροπή της λιτότητας και ως μία στρατηγική για την ανάπτυξη μίας ευρύτερης αποκατάστασης του συσχετισμού δύναμης υπέρ της εργασίας, ανατράπηκαν πλήρως μέσα σε ένα μόλις μήνα. Είναι ενδεικτικά στο μαίηλ Βαρουφάκη που ενέκρινε το Eurogroup: α) Το ζήτημα της αύξησης κατώτατου μισθού συνδέεται οργανικά με την «ανταγωνιστικότητα» β) στο ζήτημα των συντάξεων δεν γίνεται καμία αναφορά στην αύξηση σύνταξης των χαμηλοσυνταξιούχων αλλά υπάρχει δέσμευση ότι θα «συνεχιστεί ο εκσυγχρονισμός του συνταξιοδοτικού συστήματος» με ενοποίηση ταμείων, με σαφή δέσμευση για συνέχιση της προηγούμενης πολιτικής γ) Υπάρχει σαφής δέσμευση για τη μη άνοδο του εργασιακού κόστους στο δημόσιο, άρα απεμπόληση ενός βασικού πυλώνα ακόμα και για μία νεοκεύνσιανή πολιτική τόνωσης της απασχόλησης και της ζήτησης μέσα από προσλήψεις στο δημόσιο τομέα δ) Αποφεύγεται η εφαρμογή εκ νέου των ΣΣΕ, ίσως ενός από τα πιο σημαντικά μέτρα που περιλάμβανε το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ ε) Γίνονται αποδεκτές οι ιδιωτικοποιήσεις οι οποίες ολοκληρώθηκαν και μεταξύ αυτών η κεφαλαιώδους σημασία για την Αττική και τη χώρα ιδιωτικοποίηση του Ελληνικού, αλλά και του ΟΠΑΠ και των αεροδρομίων, ενώ υπάρχει δέσμευση ότι θα συνεχιστούν όσες έχουν ξεκινήσει ενώ θα εκτιμηθούν οι τρόποι ιδιωτικοποίησης σε τομείς που δεν έχουν ξεκινήσει στ) οι πόροι του TXΣ που υποτίθεται θα αποτελούσαν βασική πηγή χρηματοδότησης του προγράμματος της Θεσσαλονίκης περιέρχονται αποκλειστικά στη διαχείριση της ΕΚΤ και θα αφορούν μόνο στις ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών ζ) και, ίσως το κυριότερο, γίνονται αποδεκτές όλες οι υποχρεώσεις για αποπληρωμή του χρέους.
18. Πρέπει να είμαστε καθαροί, πέρα από τις λεκτικές ακροβασίες που κατά κάποιο τρόπο παραπέμπουν σε μία οργουελιανή χρήση των λέξεων, της μετονομασίας της Τρόικας σε «Θεσμούς», του μνημονίου σε «υποχρεώσεις που απορρέουν από τη δανειακή σύμβαση», και σίγουρα πέρα από τις πολιτικές ακροβασίες που αναφέρονται σε μία αναγκαία υποχώρηση, πρόκειται για μία καθοριστική και κεφαλαιώδους σημασίας για τη μετέπειτα πορεία αποδοχή των απαιτήσεων των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών. Στο πλαίσιο αυτό, ακόμα και η επιχειρηματολογία από την αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ ότι έπρεπε να υπάρχει προετοιμασία για ρήξη και έξοδο από την Ευρωζώνη ακόμα και διαπραγματευτικούς λόγους έχει μικρή σημασία. Η ρήξη με την Ευρωζώνη και την ΟΝΕ δεν αποτελεί ένα ενδεχόμενο πίεσης των ιμπεριαλιστικών κέντρων, την οποία σε αυτή τη φάση οι ηγεμονικές τους μερίδες δεν την εισπράττουν, αλλά το μόνο ενδεχόμενο για μία άλλη στρατηγική εργατικής διεξόδου από την κρίση.
19. Στον πυρήνα αυτής της ταχύτατης διολίσθησης του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκονται τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των στρωμάτων που εκφράζει – κάτι που είναι διαφορετικό από τις ταξικές μερίδες που εκπροσωπεί – και τις πολιτικό ιδεολογικές αντιλήψεις που αυτά τα στρώματα φέρουν. Παρά τις αντιφατικές γραμμές στο εσωτερικό του, η δεσπόζουσα κατεύθυνση αφορά στο εγχείρημα ανασυγκρότησης της αριστερής σοσιαλδημοκρατίας μέσα στο πλαίσιο μίας οξύτατης καπιταλιστικής κρίσης. Μέσα από το ΣΥΝ καταρχήν και μετά από το διάδοχο σχήμα του, το ΣΥΡΙΖΑ – παρά τις αριστερές μετατοπίσεις και τάσεις – ιστορικά εκφράζονταν διανοούμενα μικροαστικά στρώματα με τάσεις κοινωνικής ανέλιξης, η πολιτική συνοχή των οποίων κυρίως βασίζονταν σε ένα δημοκρατικό αστικό εκσυγχρονιστικό πολιτικό ιδεολογικό πλαίσιο. Το διαχρονικό αστικό εκσυγχρονιστικό πολιτικό ιδεολογικό πλαίσιο και τα δεσπόζοντα μικροαστικά στρώματα στο εσωτερικό του καθιστούσαν εξαρχής εξαιρετικά δύσκολη μία μακροπρόθεσμη αριστερή ριζοσπαστική μετατόπιση. Πολύ περισσότερο όταν αυτή απαιτείτο να ολοκληρωθεί μέσα σε μία κατάσταση οικονομικής κρίσης, εκβιασμών και συνθηκών οικονομικού πολέμου.
20. Η εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με τα άλλα κόμματα της αριστεράς, την άνοιξη του 2012, στην οξύτερη μέχρι εκείνη τη στιγμή φάση της πολιτικό ιδεολογικής κρίσης των αστικών κομμάτων, δεν ήταν κυρίως προϊόν της μετωπικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε κυρίως αποτέλεσμα του ότι έθεσε τον πολιτικό στόχο της κατάληψης της κυβερνητικής εξουσίας. Ήταν αποτέλεσμα του γεγονότος ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν περισσότερο δομικά ευθυγραμμισμένος, σε σχέση με την υπόλοιπη αριστερά, με τις αποκρυσταλλωμένες πολιτικό ιδεολογικές σχέσεις που διατηρούσαν όλη την προηγούμενη περίοδο ευρύτερα λαϊκά στρώματα με την αστική τάξη. Στη συγκυρία της κατάρρευσης αυτής της στρατηγικής, ο ΣΥΡΙΖΑ προέβαλε ως μία πιο συγγενής και ενδιάμεση λύση, μέσα από την οποία θα μπορούσε να αποδοκιμαστεί το αστικό πολιτικό προσωπικό χωρίς να διακυβεύεται συνολικά το πολιτικό οικονομικό μοντέλο της ένταξης στην ΟΝΕ και στην Ε.Ε. Φυσικά, ρόλο σε αυτή τη δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ στο να κυριαρχήσει έπαιξε ότι προέβαλλε τη δυνατότητα να υπάρξουν άμεσες συγκεκριμένες αλλαγές εντός του συστήματος και στο πλαίσιο της παρούσας συγκυρίας, οι οποίες να επιδράσουν στην οικονομική κατάσταση των λαϊκών στρωμάτων. Όπως επίσης έπαιξε μεγάλο πολιτικό ρόλο στην κατίσχυσή του και στη μετέπειτα σταθεροποίησή του κυρίως η πολιτική του ΚΚΕ και δευτερευόντως η πολιτική της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Δεν ανέδειξαν τις αντικειμενικές αντιφάσεις της στρατηγικής κατεύθυνσης του ΣΥΡΙΖΑ, δεν αξιοποίησαν τις εσωτερικές εντάσεις, πολώσεις και διαφορετικές γραμμές, σε μία περίοδο που και η ηγεμονία στο εσωτερικό της αριστεράς δεν είχε κριθεί, αλλά ούτε και η ηγεμονία και η αποκρυστάλλωση των συσχετισμών στο ΣΥΡΙΖΑ.
21. Από πλευράς τακτικής η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ ακολούθησε μία πολιτική σοκ που πρέπει να ήταν προαποφασισμένη. Υλοποίησαν το σύνολο των στροφών, ακόμα και αυτών που δεν τους ήταν βραχυπρόθεσμα εντελώς απαραίτητες, όπως π.χ. για τον ΠτΔ, μέσα σε ένα μήνα, ώστε να μην έχουν παρατεταμένες τριβές και να μπορέσουν μετά το πρώτο σοκ να κάνουν ορισμένες παραχωρήσεις. Η ουσία όμως παραμένει η ίδια: πρόκειται για άμεση συνδιαλλαγή με τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, για την παραμονή στο κυβερνητικό κέντρο. Πρόκειται για τις επιπτώσεις της στρατηγικής του «κυβερνητισμού» στις ακραίες της συνέπειες. Συμπληρωματικά στην προσπάθεια ιδεολογικής επικύρωσης αυτής της στροφής θα τείνει χέρι στους πρόθυμους από τα δεξιά του, αλλά κυρίως από τα αριστερά του, που με διάφορες πολιτικό ιδεολογικές αφορμές και επιχειρήματα όπως «η αναγκαιότητα των τακτικών αναδιπλώσεων μέχρι τον επόμενο γύρο της αντιπαράθεσης», την «ανάδειξη της σημασίας της διεθνιστικής παρουσίας του ΣΥΡΙΖΑ και την αντίθεση στον «οικονομικό εθνικισμό της δραχμής», ή την απαξίωση του «πρωτογονισμού της άκρας αριστεράς», θα σπεύδουν να στελεχώσουν κυβερνητικές και άλλες θεσμικές θέσεις.
22. Το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτή τη φάση αναδιπλώθηκε εντελώς και υποτάχθηκε πλήρως στις απαιτήσεις των διεθνών ιμπεριαλιστικών μηχανισμών και της εγχώριας αστικής τάξης δεν σημαίνει ότι ταυτόχρονα δεν έχει δυνατότητες σταθεροποίησης αλλά και αντιφάσεις. Οι δυνατότητες σταθεροποίησής του εδράζονται: α) στις χαμηλές προσδοκίες και απαιτήσεις μεγάλου τμήματος των λαϊκών τάξεων, μετά από πέντε χρόνια επιθετικής πολιτικής του κεφαλαίου β) στην ύφεση των κοινωνικών αγώνων γ) στην ενδεχόμενη υποστήριξη τμημάτων της αστικής τάξης και των μηχανισμών της για όσο χρονικό διάστημα ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα υλοποιεί τις μισθολογικές και εργασιακές δεσμεύσεις και ταυτόχρονα θα λειτουργεί ως παράγοντας απόσβεσης των λαϊκών κινητοποιήσεων δ) στη δυνατότητά του να προχωρήσει σε ορισμένες επιμέρους παραχωρήσεις απέναντι στα λαϊκά στρώματα με την ανοχή της τρόικα, που είναι πιθανόν μετά την πρώτη ουσιαστική και συμβολική κίνηση επιβολής και υποταγής, να ανεχθεί μέτρα αστικού οικονομικού εκσυγχρονισμού, όπως ι) ο περιορισμός της φοροδιαφυγής, στην οποία σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό επιδίδονταν τα αστικά στρώματα που στήριζαν το προηγούμενο κυβερνητικό κέντρο ιι) ρυθμίσεις των χρεών ώστε νοικοκυριά και επιχειρήσεις να γίνουν αξιόχρεα ιιι) μία παραχώρηση ως προς τη μείωση των απαιτούμενων πρωτογενών πλεονασμάτων ειδικά για το 2015, ώστε να παρθούν νέα εξαντλητικά μέτρα λιτότητας.
23. Το επόμενο διάστημα θα εμπεριέχει από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ περαιτέρω προσαρμογές, την ιδεολογική τους επικύρωση, αλλά και εντάσεις και αντεγκλήσεις με την Τρόικα, μέχρι την οριστικοποίηση ενός πιθανού νέου προγράμματος. Ειδικά στο πλαίσιο της ανακοπής της όποιας οικονομικής ανάκαμψης ως αποτέλεσμα και των πολιτικών αναταράξεων, αλλά και της μη βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, είναι πιθανόν εντός του 2015 να απαιτηθεί και νέο πρόγραμμα οικονομικής υποστήριξης που θα συνοδεύεται από νέα μνημονιακά μέτρα. Όμως δε θα είναι μία πορεία ευθύγραμμη, θα περιέχει περαιτέρω ανατροπές του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα και συστατικών στοιχείων της φυσιογνωμίας του, όπως π.χ. στα ζητήματα του περιβάλλοντος. Αντίστοιχα, οι ιμπεριαλιστικοί μηχανισμοί θα αυξήσουν την πίεση σε μεγάλο βαθμό, σε μια συνεχή διελκυστίνδα, ασκώντας συνεχείς χρηματοδοτικές πιέσεις και απαιτώντας την αξιολόγηση βάσει των προγενέστερων μνημονιακών δεσμεύσεων. Τα δεδομένα αυτά θα δημιουργούν τριβές και εντάσεις ακόμα και στο δεδομένο πλαίσιο υποταγής του ΣΥΡΙΖΑ.
24. Είναι αναμφίβολο ότι το μέγεθος μίας τέτοιας στροφής διαμορφώνει την αναγκαιότητα σκληρής πολιτικό ιδεολογικής πάλης κατά της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία εκτός των άλλων θα επιδιώκει να θέσει όλες τις αριστερές συνιστώσες και τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ προ των ευθυνών τους. Η αποδοχή του συνόλου του μνημονίου και όλων των δανειακών υποχρεώσεων καθιστούν στον πυρήνα τους ακόμα και φιλολαϊκά μέτρα, όπως η πάταξη της φοροδιαφυγής, ως φύλλο συκής ενταγμένα σε όλο το πλαίσιο των αντιδραστικών καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Μία τέτοια πολιτική προγραμματικής και κοινωνικής αντιπολίτευσης πρέπει να στηριχθεί στις αντιφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ που κινούνται σε δύο επίπεδα: α) τα μέτρα τα οποία αναγκάζεται να υιοθετήσει και πρωτίστως η αποδοχή των δανειακών υποχρεώσεων δεν πρόκειται να βελτιώσουν σε σημαντικό βαθμό την κατάσταση για τις λαϊκές τάξεις. Στα δύο καθοριστικά ζητήματα, της ανεργίας και του επιπέδου των μισθών, η πρόοδος θα είναι μικρή και αργή. Αυτό θα εντείνει τις πιέσεις της κοινωνικής βάση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τη γενικότερη δυσαρέσκεια των λαϊκών τάξεων και πιθανόν το ανέβασμα των αγωνιστικών διαθέσεων β) Η στροφή του ΣΥΡΙΖΑ είναι ταχύτατη και δεν έχει συντελεστεί μέσα από μία πορεία παραχωρήσεων, συμβιβασμών και νομής του κρατικού μηχανισμού. Το ότι μία τέτοια πορεία δεν έχει ολοκληρωθεί μπορεί να αφήσει περιθώρια για μία αριστερή κριτική στο εσωτερικό του, που βέβαια δεν θα έχει σημασία αν δεν οδηγήσει σε ρήξη σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα.
25. Ιδιαίτερα πρέπει το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα να υπάρξει μία στροφή σε μία κατεύθυνση μετωπικής πολιτικής που θα απευθύνεται και στον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα πλαίσιο κοινωνικών διεκδικήσεων σε εργασιακούς χώρους, στους χώρους εκπαίδευσης και σε τοπικό επίπεδο. Παράλληλα, οι δυνάμεις της πέραν του ΣΥΡΙΖΑ αριστεράς και ειδικά της ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής αριστεράς, πρέπει να προσπαθήσουν περισσότερο να αναπτύξουν και να καταστήσουν πειστικό ένα εναλλακτικό πρόγραμμα διεξόδου από την κρίση. Πολλώ δε μάλλον πρέπει να γίνει κάθε προσπάθεια για να οικοδομηθεί το αναγκαίο κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο στη βάση του μεταβατικού προγράμματος ως το αντίπαλο δέος στην προσπάθεια συγκρότησης από το ΣΥΡΙΖΑ ενός κοινωνικού μπλοκ μειωμένων προσδοκιών – «ήπιου» μνημονιακού μονόδρομου και στήριξης της κυβέρνησης (ένα μπλοκ δηλαδή που θα μετατοπίσει και θα εγκλωβίσει ολόκληρη τη μετεκλογική τάση ελπίδας σε δεξιά κατεύθυνση, με τη συνέργεια των διαφόρων κρατικών μηχανισμών). Στην κατεύθυνση αυτή, η σταθεροποίηση της πολιτικής συνεργασίας ΑΝΤΑΡΣΥΑ-ΜΑΡΣ είναι μια πρώτη μαγιά δυνάμεων, αλλά από μόνη της δεν επαρκεί αν δεν ανοιχθεί σε ευρύτερα κοινωνικά ακροατήρια (ιδίως σε κόσμο που στήριξε εκλογικά το ΣΥΡΙΖΑ).
26. Το νέα πολιτικά δεδομένα και το σπιράλ αποπληρωμής – χρεοκοπίας και αλλεπάλληλων πιέσεων που θα ενταθούν το επόμενο διάστημα θα αναζωπυρώσουν τη συζήτηση για το χρέος και το Ευρώ. Για αυτό η πολιτική και οργανωτική προετοιμασία, το άνοιγμα του ζητήματος του χρέους στις μάζες αλλά και στο δυναμικό της αριστεράς αποτελεί σημαντική προτεραιότητα. Το ζήτημα της διαγραφής του χρέους πρέπει συστηματικά να προωθηθεί στην πολιτική ατζέντα με έναν τρόπο πιο επαρκή και με πιο μαζικούς όρους από ότι μέχρι τώρα. Πρέπει επίσης να συνδυασθεί με την προώθηση του πολιτικού αιτήματος την τελική απόφαση για την διαχείριση του χρέους να την πάρουν οι λαϊκές τάξεις με την προσφυγή σε δημοψήφισμα, αίτημα που πρέπει να μπει ψηλά στην πολιτική ιεραρχία. Ιδιαίτερα πρέπει να τονίζεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ υπερψηφίστηκε με ένα πρόγραμμα ρήξης με τη μνημονιακή αξιολόγηση και ελάφρυνσης του χρέους και, όσο και αν οι κατασκευασμένες δημοσκοπήσεις του δίνουν ορισμένα πρόσκαιρα ποσοστά αποδοχής, δεν έχει την πολιτική νομιμοποίηση να προχωρήσει σε μία τέτοια αλλαγή πολιτικής. Αυτό σημαίνει ότι σε επίπεδο κοινωνικών χώρων και τοπικών περιοχών οφείλουμε να επιχειρήσουμε κατά το δυνατόν συνεργασίες και επιμέρους και κεντρικά σε πρωτοβουλίες για την διαγραφή του χρέους. Αυτός είναι καταρχήν ο καταλληλότερος τρόπος για να αποκτήσουν τέτοιες πρωτοβουλίες δυναμική και μαζικά χαρακτηριστικά.
Αθήνα 26 Φεβρουαρίου 2015