Η φετινή ΔΕΘ διεξάγεται για ακόμη μια φορά σε ένα απαράλλαχτο φόντο αντιλαϊκών μέτρων, βίαιης φτωχοποίησης και καταστολής. Στα έξι χρόνια κρίσης στην Ελλάδα τα περίφημα πακέτα μέτρων έχουν αποδειχθεί σωτήρια μόνο για το κεφάλαιο και τους εκπροσώπους του. Αντίθετα η επίθεση στα δικαιώματα του λαού για δουλειά, ασφάλιση, υγεία και ελευθερίες συνεχίζεται με αμείωτη ένταση. Οι αναπτυξιακοί μύθοι καθημερινά συντρίβονται και διαψεύδονται μπροστά στα οικονομικά δεδομένα που βαλτώνουν και υπόσχονται για το λαό όχι ασφαλώς τη διέξοδο από την κρίση αλλά ένα ζοφερό μέλλον, ενώ το χρέος παραμένει μη εξυπηρετήσιμο.
Έτσι, μετά την καθήλωση των μισθών και των συντάξεων και την άνοδο των ποσοστών ανεργίας στο 28%, η κυβέρνηση ΝΔ- ΠΑΣΟΚ συνεχίζει το καταστροφικό έργο. Την “προσέλκυση επενδύσεων” μέσα από τη μετατροπή της χώρας σε καμένη γη για τους εργαζόμενους, την φορο- αφαίμαξη και την καταλήστευση του εισοδήματος των μεσαίων και χαμηλότερων στρωμάτων, το ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου με πρώτη προτεραιότητα την άρση της προστασίας του περιβάλλοντος και την παράδοση του φυσικού πλούτου στα ιδιωτικά συμφέροντα, την απόλυση χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων και το τσάκισμα κάθε αντίστασης μέσα από την αξιολόγηση, την επίθεση στη νεολαία και τα δημοκρατικά κεκτημένα του πανεπιστημίου μέσα από την εν μία νυκτί αποψίλωση των σχολών από 150.000 φοιτητές!
Σε αυτό το πλαίσιο, εντείνεται η καταστολή και ο κρατικός αυταρχισμός απέναντι στους εργαζόμενους, απέναντι στις διεκδικήσεις των οποίων η κυβέρνηση επιλέγει να ορθώσει τις δυνάμεις καταστολής και την επιστράτευση. Παράλληλα, η ναζιστική Χρυσή Αυγή εξακολουθεί να αποτελεί τον τρομοκρατικό εκπρόσωπο του παρακράτους στην πολιτική ζωή και διατηρεί επικίνδυνα υψηλά τα ποσοστά της αφού ο ακροδεξιός λόγος και οι πρακτικές της νομιμοποιούνται πολιτικά από την προπαγάνδα της κυβέρνησης και των κάθε λογής πολιτικών εφεδρειών της περί “άκρων”, από την αντεργατική και ρατσιστική πολιτική του κυβερνητικού κέντρου και των κρατικών μηχανισμών.
Είναι πλέον προφανές ότι η “σωτηρία” που έχει καταστρώσει η κυβέρνηση μαζί με τους δανειστές, την Τρόικα και την ΕΕ, είναι θηλιά στο λαιμό του λαού και οδηγεί στο επέκταση του βάρβαρου νεοφιλελευθερισμού. Είναι επίσης σαφές ότι το ελληνικό κεφάλαιο δεν πρόκειται να δεχθεί κανενός είδους συμβιβασμό ή παραχώρηση προς τα λαϊκά στρώματα που θα διακυβεύσει την παραμονή του στην Ευρωζώνη, η οποία αποτελεί τον πυρήνα της αστικής στρατηγικής για μια κερδοφόρα έξοδο από την καπιταλιστική κρίση αλλά και για μια μακροπρόθεσμη επέκταση και κερδοφορία.
Όλα αυτά συμβαίνουν στην Ελλάδα, ενώ παράλληλα η ΕΕ επεκτείνει τη “σωτήρια” δράση της επιχειρώντας μαζί με τις ΗΠΑ μια ανοιχτή ιμπεριαλιστική εμπλοκή στην Ουκρανία, παραδίδοντας την εξουσία στην ακροδεξιά. Παράλληλα, στηρίζουν και νομιμοποιούν τον εγκληματικό ιμπεριαλιστικό πόλεμο του Ισραήλ στον παλαιστινιακό λαό, ενώ η ίδια η ελληνική κυβέρνηση εξακολουθεί να διατηρεί πολιτικές, διπλωματικές και στρατιωτικές σχέσεις με το τρομοκρατικό κράτος του Ισραήλ.
Περισσότερο παρά ποτέ, το λαϊκό κίνημα πρέπει σήμερα να επιβάλλει την υλοποίηση μιας στρατηγικής που θα ανταποκρίνεται στα συμφέροντα των εργαζομένων, μια στρατηγικής που μπορεί να γίνει πραγματικότητα μόνο μέσα από την έξοδο από τη θηλιά της ΟΝΕ και τη ρήξη με την ΕΕ και τις δομικές αντιλαϊκές, νεοφιλελεύθερες πολιτικές της.
Μπροστά σε μια τέτοιου μεγέθους επίθεση, οι εργαζόμενοι δίνουν ηρωικούς αγώνες σε κλάδους και χώρους μέσα σε δύσκολες συνθήκες τρομοκρατίας. Παράλληλα, έχουν προ πολλού απορρίψει τα πολιτικά σχέδια των κυβερνητικών κομμάτων, με αποτέλεσμα τη μείωση της επιρροής τους, όπως φάνηκε και από τα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογικών μαχών. Ωστόσο, η εφαρμογή της αστικής αναδιάρθρωσης που μετατοπίζει το συσχετισμό δυνάμεων και η έλλειψη πολιτικής προοπτικής για την ανατροπή της μνημονιακής πολιτικής έχει οδηγήσει σε ύφεση τους λαϊκούς αγώνες που μετά τη διετία 2010 – 2012 παραμένουν κατακερματισμένοι και αποσπασματικοί, παρά το μέγεθος της επίθεσης. Είναι επιτακτική ανάγκη οι αγώνες των εργαζόμενων να αποκτήσουν αναβαθμισμένη δυναμική, να υπερβούν την αποσπασματικότητα και την απομόνωση και τελικά να ανατρέψουν αποφασιστικά τους πολιτικούς συσχετισμούς.
Για τα προβλήματα αυτά μεγάλες είναι οι ευθύνες των κομμάτων της ρεφορμιστικής αριστεράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ, αν και εκφράζει σήμερα μαζικά την προσδοκία λαικών στρωμάτων για την ανατροπή της βάρβαρης επίθεσης, αδυνατεί να εκπροσωπήσει πολιτικά τα λαϊκά συμφέροντα και να συγκρουστεί κατά μέτωπο με τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική του αντιπάλου. Επιλέγει το δρόμο της φιλοΕΕ πολιτικής και προτάσσει τη λογική της καλύτερης διαπραγμάτευσης, αποφεύγοντας να πάρει οποιαδήποτε επιλογή ρήξης η οποία θα διακινδύνευε το ρόλο του ως εν αναμονή κυβέρνηση. Μετά τις εκλογές του Ιουνίου του 2012, και επιταχυνόμενα την τελευταία περίοδο, μετατοπίζεται σε δεξιότερη κατεύθυνση προσαρμογής σε μία πολιτική που θεωρεί ότι μπορεί να είναι αποδεκτή από την Ε.Ε. αλλά και από τμήματα του ελληνικού κεφαλαίου αλλά και του αστικού πολιτικού προσωπικού, με στόχο να ανέλθει στην κυβέρνηση όχι με την όξυνση των αγώνων και με πολιτικές ρήξεων, αλλά απλά μέσα από την αλλαγή των εκλογικών ισορροπιών.
Το ΚΚΕ επιμένει σε μια μεσσιανική λογική που απορρίπτει τα ενδιάμεσα, μεταβατικά αιτήματα και αποδίδει τη νίκη του λαού στην εποχή της «λαϊκής εξουσίας», με αποτέλεσμα να μην εμπνέει τους αγώνες και να επιτείνει την ηττοπάθεια των εργαζόμενων. Ταυτόχρονα, επιμένει σε μια καταστροφική πορεία απομόνωσης και απόρριψης κάθε ενιαίας πρωτοβουλίας των συνδικαλιστικών και πολιτικών δυνάμεων της αριστεράς ενισχύοντας την αστική κατεύθυνση της πολυδιάσπασης και του κατακερματισμού των λαϊκών δυνάμεων, αποτέλεσμα που ήδη από μόνη της γεννά στο σώμα των εργαζόμενων η επιβολή και εφαρμογή της αναδιάρθρωσης.
Όμως η ανατροπή της σημερινής οξύτατης καπιταλιστικής επίθεσης δεν μπορεί να γίνει παρά με την πλατιά συσπείρωση του εργαζόμενου λαού πίσω από ένα ενιαίο πρόγραμμα που θα συνδυάζει τα σημεία της καθημερινής πάλης με μια πολιτική στρατηγική φιλολαϊκής διεξόδου από την κρίση. Σήμερα ο λαός δεν περιμένει να πεισθεί γιατί να αγωνισθεί, αλλά αναζητά μια πολιτική πρόταση η οποία να μπορεί να φέρει σε έναν άμεσο ορίζοντα την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής. Το πολιτικό αυτό κενό δεν μπορούν να καλύψουν οι υπάρχουσες δυνάμεις της αριστεράς απομονωμένες. Σήμερα υπάρχει ένας μεγάλος πλούτος δυνάμεων, οργανώσεων, ρευμάτων και ανένταχτων αγωνιστών που συμμερίζονται ένα πρόγραμμα εργατικής διεξόδου από την κρίση είτε στο σύνολό του, είτε σε βασικές πλευρές. Βασικούς πυλώνες ενός τέτοιου προγράμματος αποτελούν:
•Η καταγγελία του Μνημονίου, των δανειακών συμβάσεων και κατάργηση όλων των μνημονιακών νόμων.
•Η άρνηση πληρωμών και μονομερής διαγραφή του εξωτερικού χρέους.
• Έξοδος από την ΟΝΕ. Ελεγχόμενη διαχείριση της συναλλαγματικής ισοτιμίας μαζί με σύστημα ελέγχου των τιμών και της κίνησης των κεφαλαίων.
• Εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος. Κοινωνικά σχεδιασμένη παραγωγική αναδιάρθρωση της οικονομίας, με εθνικοποίηση των τομέων κοινής ωφέλειας και των μεγάλων παραγωγικών μονάδων σε κρίσιμους τομείς της οικονομίας.
Αναγκαία για την υλοποίηση ενός τέτοιου προγράμματος είναι η σύγκρουση και η ρήξη με τις πολιτικές της Ε.Ε. και η έξοδος από αυτήν. Μέσα στην ευρώ-φυλακή, με τους ολοένα και εντεινόμενους θεσμικούς περιορισμούς, κανένας άλλος δρόμος δεν επιτρέπεται.
Τη δυναμική ενός κινήματος ανατροπής μπορεί σήμερα να τη δημιουργήσει μόνο ένα ενιαίο μέτωπο των δυνάμεων της αριστεράς που θα προτάσσει το αριστερό πρόγραμμα εργατικής εξόδου από την κρίση. Ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί άμεσα ή μεσοπρόθεσμα να ενοποιήσει όχι μόνο τις πολιτικές δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλες δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς αλλά και το ΚΚΕ και δυνάμεις που εντάσσονται στο ΣΥΡΙΖΑ. Πολύ περισσότερο θα στρατεύσει στις γραμμές του όλο εκείνο το δυναμικό αγωνιστών που αντιμετωπίζουν τους κάθε λογής στρουθοκαμηλισμούς της αριστεράς με απογοήτευση.
Το ενιαίο μέτωπο της αριστεράς αποτελεί τη μόνη νικηφόρα στρατηγική που μπορεί να εμπνεύσει και να δυναμώσει τους λαϊκούς αγώνες, να τους μπολιάσει με νικηφόρα αιτήματα ανατροπής αλλά και με ριζοσπαστικές πρακτικές.
Τώρα είναι η ώρα για το μεγάλο βήμα προτού μετρήσουμε νέες ήττες για το λαό. Η Πρωτοβουλία για την Αριστερή ΜΕτωπική Συμπόρευση αποτελεί την συνάντηση δυνάμεων και αγωνιστών της ριζοσπαστικής αριστεράς που ξεκίνησαν από διαφορετικές αφετηρίες αλλά συμπορεύτηκαν με κοινό όραμα να πραγματωθεί το ενιαίο κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο της αριστεράς, το οποίο θα μπορέσει τα συσπειρώσει τις αγωνιστικές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις σε έναν αγώνα ανατροπής όχι σαν ευχή για το μέλλον αλλά σήμερα. Οι παλλαϊκές κινητοποιήσεις της ΔΕΘ ας αποτελέσουν την απαρχή μιας τέτοιας πλατιάς αγωνιστικής συνάντησης.
Καλούμε:
• Στην μεγάλη διαδήλωση στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, το Σάββατο 6 Σεπτέμβρη στις 17:30 Βενιζέλου και Εγνατία .
• Σε συζήτηση – συνέλευση που διοργανώνει η Πρωτοβουλία για την Αριστερή Μετωπική Συμπόρευση την Κυριακή 7 Σεπτέμβρη και ώρα 11:00 στο Σινέ Αλέξανδρος Εθνικής Αμύνης 1 απέναντι από το Λευκό Πύργο
ΑΡιστερή Αντικαπιταλιστική Συσπείρωση