Στις εκλογές της 21 Μάη 2023 να ενισχυθεί η συνεργασία ΜΕΡΑ 25 – Συμμαχία για τη Ρήξη

0

Η λαϊκή οργή να γίνει δύναμη διεκδίκησης και ρήξης, να σπάσει το μονόδρομο της νεοφιλελεύθερης λεηλασίας

1. Το δυστύχημα στα Τέμπη αποτέλεσε καταλύτη για τις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις. Λειτούργησε αποκαλυπτικά για τα χαρακτηριστικά της σημερινής, αλλά και των προηγούμενων μνημονιακών κυβερνήσεων. Για πρώτη φορά μετά το 2012 (με τελευταία αναλαμπή το δημοψήφισμα του 2015), στην κοινωνική αντίδραση απέναντι στην μνημονιακή και κυβερνητική πολιτική συμμετείχαν μαζικά τα λαϊκά στρώματα και όχι απλά ένα πολιτικοποιημένο τμήμα της αριστεράς ή ειδικές κατηγορίες εργαζομένων (π.χ. καλλιτέχνες, διανομείς, λιμενεργάτες κλπ.), όπως συνέβαινε με τους αγώνες που αναπτύχθηκαν τα προηγούμενα χρόνια. Πρόκειται για μία ευρύτατη εισβολή των λαϊκών μαζών στο προσκήνιο που προκάλεσε σοβαρό κλονισμό της πολιτικής κυριαρχίας της Ν.Δ., αλλά και σχετική αστάθεια συνολικά στο αστικό πολιτικό σύστημα. Είναι αναμφίβολο ότι η έκρηξη αυτής της κοινωνικής δυσαρέσκειας και η εκδήλωσή της με πολιτικούς όρους (συμμετοχή σε κινητοποιήσεις) συμπυκνώνει μία ευρύτερη αντίδραση απέναντι στην κυβερνητική πολιτική, που όμως αγγίζει συνολικότερα και τις υπόλοιπες αστικές πολιτικές δυνάμεις.

2. Η κυβέρνηση της Ν.Δ. επιχείρησε μία συνολικότερη τομή σε οικονομικό, πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο, για να ξεκαθαρίσει με τις κατακτήσεις των λαϊκών τάξεων, δηλαδή με ό,τι θεωρεί η άρχουσα τάξη ως αγκυλώσεις και υστερήσεις του ελληνικού καπιταλισμού. Είχε σημαντικές επιτυχίες κατά την τετραετία της διακυβέρνησής της, αξιοποιώντας την υποχώρηση των κοινωνικών κινημάτων, τις ιδεολογικές μεταβολές σε συντηρητική κατεύθυνση, την ενότητα όλων των ιδεολογικών μηχανισμών της άρχουσας τάξης στην υποστήριξή της, τη συναίνεση του μεγαλύτερου μέρους της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης, αλλά και την απροθυμία βασικών δυνάμεων της αριστεράς να ακολουθήσουν μία ενωτική πολιτική στους κοινωνικούς χώρους και στα πολιτικά μέτωπα. Σταδιακά, μετά το δεύτερο εξάμηνο του 2022, οι συνθήκες μεταβάλλονται και η φθορά της επιταχύνεται. Μεταξύ άλλων παραγόντων, η αποκάλυψη της υπόθεσης των υποκλοπών αντανακλά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Πρόκειται για ακραία έκφραση αυταρχισμού και διαχείρισης πολιτικών και επιχειρηματικών συσχετισμών με βάση τις πιο σκοτεινές πρακτικές των μυστικών υπηρεσιών και των παρακρατικών δικτύων.

3. Το μέγεθος των κινητοποιήσεων για το δυστύχημα στα Τέμπη εκδηλώνει μια πιο συνολική συσσώρευση δυσαρέσκειας και συμπυκνώνει τους όρους όλων των προηγούμενων μετώπων αντίθεσης μεγάλων τμημάτων των λαϊκών τάξεων στην κυβερνητική πολιτική: στην ευρύτατη αναδιανομή υπέρ του κεφαλαίου με την καθήλωση των εργατικών μισθών και την αύξηση του πληθωρισμού, τη μείωση των κοινωνικών δαπανών και τις ιδιωτικοποιήσεις δημοσίων αγαθών που αυξάνουν το κόστος και υποβαθμίζουν την ποιότητα των υπηρεσιών για τις λαϊκές οικογένειες, τη χρήση των μηχανισμών καταστολής για την βίαιη πειθάρχηση της νεολαίας, την παρακρατική εκτροπή με το εκτεταμένο δίκτυο παρακολουθήσεων. Το δυστύχημα των Τεμπών αποτέλεσε την θρυαλλίδα για την έκρηξη όλης αυτής της συσσωρευμένης αγανάκτησης.

4. Στη σταδιακή φθορά της κυβέρνησης συνέβαλαν εκείνες οι δυνάμεις οι οποίες συμμετείχαν στην ανάπτυξη των αγώνων της προηγούμενης περιόδου, ειδικά αυτές που έβαλαν φραγμούς στην κατασταλτική πολιτική της και πέτυχαν την αναχαίτιση της εφαρμογής όψεων του κυβερνητικού προγράμματος. Οι εικόνες των τραυματισμένων νέων και εργαζομένων, των συλληφθέντων φοιτητών και νεολαίων, το κρεσέντο της αστυνομικής βίας, σταδιακά απονομιμοποίησαν σε ευρύτερες λαϊκές μάζες τις βασικές μεθόδους εφαρμογής της κυβερνητικής πολιτικής. Η ανάδειξη του Μητσοτάκη ως προσώπου «ειδικού σκοπού», που στην παρούσα φάση συμπυκνώνει την αιχμή της αστικής πολιτικής (σε αντίθεση με τις αντιλήψεις άλλων δυνάμεων της αριστεράς που θεωρούσαν ότι η στοχοποίηση του Μητσοτάκη ευνοεί τον ΣΥΡΙΖΑ), σταδιακά έγινε κτήμα πλατιών λαϊκών στρωμάτων, διαβρώνοντας την εικόνα που φιλοτεχνούσαν οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους και το σύνολο των μεγάλων ΜΜΕ.

5. Οι τεράστιες συγκεντρώσεις στις 8 και 16 Μάρτη 2023 δείχνουν ότι οι κοινωνικές διεργασίες απόρριψης της κυβερνητικής πολιτικής και, σε ένα βαθμό, της αστικής αντιπολίτευσης, είναι υπαρκτές. Δείχνουν, επίσης, πόσο αποτυχημένη, αλλά και προσαρμοσμένη στις ανάγκες του αστικού πολιτικού συστήματος, ήταν η τακτική του ΣΥΡΙΖΑ να μην καλεί σε κινητοποίηση των λαϊκών στρωμάτων απέναντι στις ιδιωτικοποιήσεις, τις κατασταλτικές απαγορεύσεις, την αποστολή εξοπλισμού στην Ουκρανία, ακόμα και για το κορυφαίο θέμα των υποκλοπών, ώστε να δώσει διαπιστευτήρια στην αστική τάξη και τον διεθνή αμερικανονατοϊκό παράγοντα και να διεμβολίσει το ακραίο «κέντρο». Δείχνουν επίσης ότι α) καμία πολιτική δύναμη δεν έχει σήμερα τον έλεγχο και την κυρίαρχη οργανωτική σχέση, όχι μόνο με την πλειοψηφία, αλλά ούτε καν με ένα μεγάλο τμήμα του κόσμου που συμμετείχε στις κινητοποιήσεις β) τα παραδοσιακά συνδικάτα εξακολουθούν να διατηρούν σε στιγμές όξυνσης την δυνατότητα να παράγουν συνθήκες νομιμοποίησης για τις κινητοποιήσεις, ενώ η τακτική των διακριτών συγκεντρώσεων και των διακριτών πρωτοβουλιών έχει συγκριτικά μικρή απήχηση, γ) οι λαϊκές τάξεις κινητοποιούνται ευκολότερα όταν ένα σύνολο πολιτικών δυνάμεων προβάλλει σχετικά ενιαία και εύληπτα πολιτικά συνθήματα σε σχέση με τις διακριτές πλατφόρμες που προτάσσει η κάθε μία από αυτές.

6. Οι κινητοποιήσεις του προηγούμενου μήνα αντιστοιχούν σε μία, έστω συγκυριακή, εισβολή των λαϊκών μαζών στο προσκήνιο. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν αλλάξει συνολικά οι πολιτικοί και ιδεολογικοί συσχετισμοί. H κυβέρνηση επιχειρεί, να σταθεροποιήσει την πολιτική και εκλογική της επιρροή, αξιοποιώντας τις οργανικές σχέσεις που διατηρεί με τα εύπορα στρώματα, τα στελέχη των κατασταλτικών κρατικών μηχανισμών και ιδεολογικά αντιδραστικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, καθώς και την αποκλειστική κυριαρχία της στα μεγάλα ΜΜΕ, που αντανακλά την πλήρη στήριξη όλων των τμημάτων της αστικής τάξης, ώστε να θέσει το δίλημμα Μητσοτάκης – σταθερότητα έναντι χάους.

7. Το πολιτικό ζήτημα που καθορίζει την κρισιμότητα αυτών των εκλογών, παραμένει το αν θα επικυρωθεί και θα δοθεί περαιτέρω ώθηση στην ιδιαίτερα επιθετική πολιτική της σημερινής κυβέρνησης. Αποκτούν, έτσι, ιδιαίτερη σημασία διότι θα καθορίσουν σε ένα βαθμό αν θα αναβαπτιστεί η κυβερνητική πολιτική ή θα υπάρξει ανακοπή της ορμής της. Η πρώτη επιλογή της άρχουσας τάξης είναι αυτοδύναμη κυβέρνηση της Ν.Δ, για αυτό και οι μηχανισμοί της επιχειρούν με κάθε τρόπο να αναστηλώσουν την επιρροή της. Εάν η αυτοδυναμία της Ν.Δ. δεν φαίνεται εφικτή σε δεύτερες εκλογές, η άρχουσα τάξη και ο διεθνής ιμπεριαλιστικός παράγοντας προτάσσουν τη μικρότερη δυνατή φθορά της, ώστε να παραμείνει ο σταθερός πόλος της πολιτικής σκηνής στο πλαίσιο μίας ευρύτερης κυβερνητικής συνεργασίας, πρωτίστως με τις δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ. Στο πλαίσιο αυτό, οι συγκεκριμένες οι εκλογές δεν μπορεί να αντιμετωπίζονται απλά ως ένα πεδίο ιδεολογικής παρέμβασης, αλλά η συμμετοχή σε αυτές πρέπει να εξυπηρετεί συγκεκριμένους πολιτικούς στόχους, όπως: α) να μην επιτευχθεί η αυτοδυναμία από την κυβέρνηση της Ν.Δ., που δεν αποτελεί απλά μία άλλη αστική κυβέρνηση, αλλά μία κυβέρνηση στενά και άμεσα συνδεδεμένη με τα επιχειρηματικά συμφέροντα, που προωθεί αντιδημοκρατικές τομές, οι οποίες σταδιακά ανατρέπουν ένα πλέγμα ισορροπιών και συμβιβασμών με τις λαϊκές τάξεις που προέκυψε από ολόκληρη την μεταπολίτευση. Μια κυβέρνηση, η οποία, ακόμα και τώρα, επιδιώκει να μετασχηματίσει την κρίση σε ευκαιρία, θέτοντας στην προεκλογική ατζέντα της την διεύρυνση των ιδιωτικοποιήσεων και την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος β) να αποφευχθεί η εκλογική λεηλασία από το ΣΥΡΙΖΑ ενός ευρύτερου κόσμου, ο οποίος αντιλαμβάνεται ότι η πολιτική του ήταν καταστροφική και συνέβαλε στην ενίσχυση του μνημονιακού μπλοκ και την παλινόρθωση της πιο επιθετικής δεξιάς των τελευταίων τριάντα χρόνων, ωστόσο δεν μπορεί να διακρίνει εναλλακτική λύση και πιέζεται από τη λογική του μικρότερου κακού. Η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ έχει κάνει άλματα συστημικής προσαρμογής (στάση για το Ουκρανικό, υπερψήφιση του επιδόματος στα σώματα καταστολής), ενώ το οικονομικό του πρόγραμμα παραμένει εντελώς ενταγμένο στο πλαίσιο των μνημονιακών ρυθμίσεων, σε βαθμό που, μπροστά του, το πρόγραμμα περιορισμένης «αναδιανομής» της ΔΕΘ του 2014, με βάση το οποίο ανήλθε στην κυβέρνηση το 2015, φαντάζει εξαιρετικά ριζοσπαστικό. Ακόμα και μετά το δυστύχημα των Τεμπών έχει αποφύγει οποιαδήποτε αναφορά στην επανακρατικοποίηση των σιδηροδρομικών υπηρεσιών γ) να διατηρηθεί η πολιτική και κοινοβουλευτική εκπροσώπηση ενός ρεύματος το οποίο έχει αναφορά στη ριζοσπαστική αριστερά, στη διαίρεση μεταξύ μνημονιακών – ευρωενωσιακών και αντιμνημονιακών δυνάμεων που αμφισβητούν την σημερινή δομή της Ε.Ε.. Αυτοί οι στόχοι, εξυπηρετούνται από την εκπροσώπηση περισσότερων κομμάτων από πλευράς της αριστεράς και συγκεκριμένα της συνεργασίας «ΜέΡΑ 25- Συμμαχία για την Ρήξη» στη Βουλή.

8. Σήμερα θα είχα αξία μια ευρύτερη πολιτική και κινηματική συνεργασία των δυνάμεων της αριστεράς, από το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25 έως την ριζοσπαστική και αντικαπιταλιστική αριστερά. Οι προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο θα αφορούσαν α) στην διατύπωση ενός προγράμματος ικανοποίησης βασικών αναγκών των λαϊκών τάξεων και υποστήριξης των αναγκαίων ρήξεων με τη σημερινή αστική πολιτική που οργανώνεται από τους μηχανισμούς της ελληνικής άρχουσας τάξης, αλλά και τους υπερεθνικούς καπιταλιστικούς μηχανισμούς (ΝΑΤΟ, Ε.Ε.), β) την αυτοτέλεια και τις σχέσεις ισοτιμίας μεταξύ των επιμέρους πολιτικών χώρων που λαμβάνουν μέρος σε μία τέτοια συνεργασία, γ) την απόρριψη της ενδεχομένης κυβερνητικής συνεργασίας με δυνάμεις οι οποίες εντάσσονται στο μνημονιακό μπλοκ. Μια τέτοια πολιτική και εκλογική συνεργασία, όχι μόνο θα δημιουργούσε ρωγμές στο νέο δικομματισμό, που διαμορφώνεται από μία εξαιρετικά επιθετική απέναντι στα λαϊκά στρώματα Ν.Δ., πολιορκητικό κριό των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου και τον πλήρως προσαρμοσμένο στο νεοφιλελευθερισμό και στον ευρωμονόδρομο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά επιπλέον θα ενίσχυε τις κοινωνικές αντιστάσεις απέναντι σε όποια κυβέρνηση προκύψει από τις επόμενες εκλογές.

9. Το ΚΚΕ απέρριψε μία τέτοια πρόταση, επιτιθέμενο όλο και περισσότερο όσο πλησιάζουμε στις εκλογές στις άλλες δυνάμεις της αριστεράς, με κάθε ευκαιρία και αφορμή. Πίσω από την «υπεραριστερή» ρητορεία και την «κριτική» σε κάθε μεταβατικό πολιτικό στόχο ως δήθεν ενσωματώσιμο στον καπιταλισμό, υποκρύπτεται μία εκλογοκεντρική στρατηγική που έχει σαν στόχο να εμφανισθεί ως η μόνη υπαρκτή δύναμη της αριστεράς. Η παραπομπή κάθε ενδιάμεσου πολιτικού στόχου και αλλαγής συσχετισμού στην «λαϊκή εξουσία», στην πραγματικότητα σημαίνει συνθηκολόγηση με τους σημερινούς πολιτικούς συσχετισμούς, ή και, ακόμα χειρότερα, συμβολή στην σταθεροποίηση του συστήματος σε στιγμές πολιτικής κρίσης. Είναι χαρακτηριστικές, αλλά όχι μοναδικές, περιπτώσεις, η στάση του ΚΚΕ στην εξέγερση του του Δεκέμβρη του 2008, η στάση του στο κίνημα των πλατειών το 2011-2012, όταν πρώτο το ΚΚΕ εισήγαγε τη θεωρία για την υποτιθέμενη σημαντική εκπροσώπηση της ακροδεξιάς στην «πάνω πλατεία», η αποχή κατά την περίοδο του δημοψηφίσματος του 2015 και η προπαγάνδιση από την πλευρά του, τότε, αλλά και μεταγενέστερα, ότι η έξοδος από την Ευρωζώνη χωρίς τη «λαϊκή εξουσία» θα είχε καταστροφικές επιπτώσεις για τις λαϊκές τάξεις. Αλλά και, μεταξύ άλλων, πολύ πρόσφατα το όνειδος της υπερψήφισης του επιδόματος των 600 ευρώ επιβράβευσης των σωμάτων καταστολής πραιτωριανών του καθεστώτος μετά την εν ψυχρώ εκτέλεση ενός παιδιού και η επιχείρηση καταστολής και συκοφάντησης όσων έκαναν κριτική στη στάση αυτή. Στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκαν και οι προσπάθειές του να διαχωριστεί οργανωτικά στις κινητοποιήσεις για τα Τέμπη, και να διοχετεύσει τη δυσαρέσκεια στον εκλογικό στίβο, σπέρνοντας την ιδεολογική σύγχυση στις λαϊκές μάζες και προβάλλοντας ασύστολα το επιχείρημα ότι, είτε με ιδιωτικοποιήσεις είτε με κρατικοποιήσεις το αποτέλεσμα θα είναι περίπου το ίδιο, εφόσον και οι δύο λειτουργούν μέσα στον καπιταλισμό, θωρακίζοντας έτσι από τα «αριστερά» το νεοφιλελεύθερο αφήγημα. Σε όλη την περίοδο που αναφερόμαστε, σημαντικός δείκτης για το συστημικό ρόλο του ΚΚΕ αποτελεί η ανάλυσή του και η στάση του για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Σε μία χώρα όπου τα αντιιμπεριαλιστικά και αντιαμερικάνικα αισθήματα του λαού είναι πολύ ενισχυμένα και υπάρχει η μεγαλύτερη απορριπτική στάση σε ευρωπαϊκό επίπεδο απέναντι στη στάση της Ε.Ε. και της ελληνικής κυβέρνησης για την υποστήριξη των κυρώσεων και την παροχή εξοπλισμού, η λογική των ίσων αποστάσεων, είναι προσαρμοσμένη στις ανάγκες του συστήματος.

10. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, την προηγούμενη περίοδο το ΜέΡΑ25 εξελίσσεται σε πιο αριστερές θέσεις και πρακτικές σε θέματα που άπτονται της ΕΕ, της ΟΝΕ και του ΝΑΤΟ. Αυτό αντανακλά μία ευρύτερη διεργασία που αποτυπώνεται και στη συμμετοχή του στα κοινωνικά κινήματα, αλλά και στην κοινοβουλευτική του παρουσία. Στην εξέλιξη αυτή επιδρά, μεταξύ άλλων παραγόντων, η διακυβέρνηση Μητσοτάκη, αλλά και η μεταβολή της εκλογικής του βάσης. Η ιδιαίτερα επιθετική πολιτική της Ν.Δ., αλλά και η ακόμα μεγαλύτερη προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ στο ρόλο της καθεστωτικής αντιπολίτευσης και της πλήρους αποδοχής του μνημονιακού πλαισίου, έχει σαν αποτέλεσμα την διαμόρφωση ενός κοινωνικού και πολιτικού χώρου, που για να εκπροσωπηθεί απαιτείται εμβάθυνση στο θέμα της αναγκαιότητας διαμόρφωσης ριζοσπαστικών τομών, ακόμα και των ενδεχομένων ρήξης με την ΟΝΕ.

11. Η εκλογική συνεργασία ΜΕΡΑ 25 – Συμμαχία για τη Ρήξη επιδιώκει να συμβάλλει: α) στη διαμόρφωση ενός πολιτικού και κοινωνικού ρεύματος ρήξης και ανατροπής, ανοικτού και σε άλλες πολιτικές δυνάμεις, β) να προβάλλει ένα πολιτικό πρόγραμμα που θα περιλαμβάνει άμεσους πολιτικούς στόχους ανακούφισης των λαϊκών στρωμάτων και ταυτόχρονα θα προβάλει σε ικανοποιητικό βαθμό στόχους του μεταβατικού προγράμματος, που αναδεικνύουν τον ορίζοντα μιας ριζικά διαφορετικής πολιτικής που απαιτείται για να ανακτηθούν δικαιώματα και να ανοίξει ο δρόμος για διεύρυνση του μεριδίου του πλούτου που κατευθύνεται στις εργαζόμενες τάξεις και στην κοινωνική προστασία της εργαζόμενης πλειοψηφίας. Τέτοιοι στόχοι είναι η διαμόρφωση δημόσιου τραπεζικού συστήματος, η διαγραφή μεγάλου μέρους του δημοσίου χρέους, η ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας, η κρατικοποίηση βασικών υποδομών. Η απεμπλοκή της Ελλάδας από το ΝΑΤΟ, η στροφή σε μια ανεξάρτητη πολιτική, το κλείσιμο των βάσεων, η ρήξη και έξοδος από το ΝΑΤΟ καθώς και η αναγκαία ρήξη με την ΟΝΕ, εφόσον οι κυρίαρχες δυνάμεις θα κινηθούν με τέτοιο τρόπο ώστε να αποτρέψουν την εφαρμογή του συγκεκριμένου προγράμματος. Ένα τέτοιο πρόγραμμα είναι απολύτως επαρκές με βάση το συγκεκριμένο πολιτικό και ιδεολογικό συσχετισμό δυνάμεων. Ταυτόχρονα, υπάρχει δέσμευση του συνδυασμού, καθώς και όλων των υποψηφίων, για τη μη στήριξη κάποιου κυβερνητικού σχήματος μετεκλογικά.

12. Η συμμετοχή σε μία τέτοια εκλογική συνεργασία και άλλων δυνάμεων της ριζοσπαστικής αριστεράς θα έδινε επιπλέον δυναμική. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένες δυνάμεις οι οποίες αποκλείουν τη συνεργασία με δυνάμεις που θεωρούν «ρεφορμιστικές», ανεξάρτητα από το ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο που θα μπορούσε να έχει μία τέτοια συνεργασία. Όμως σήμερα, η πρόταξη ενός οργανωτικού και πολιτικού διαχωρισμού «επαναστατών/ ρεφορμιστών» ως του κρίσιμου δήθεν διλήμματος, δεν ανταποκρίνεται στον υφιστάμενο ταξικό και πολιτικό συσχετισμό. Περισσότερο διασπά την δυναμική που μπορεί να αναπτύξει μια συσπειρωμένη ριζοσπαστική αριστερή παρέμβαση και συμβάλλει στο φαύλο κύκλο απογοήτευσης. Άλλες δυνάμεις, θεωρούν ότι δεν εκπληρώνονται επαρκείς όροι για μια τέτοια συνεργασία και ότι η ριζοσπαστική αριστερά θα ηγεμονευθεί μέσα σε αυτή. Έτσι, επιλέγουν να απουσιάσουν από μία κρίσιμη πολιτική μάχη όπως οι συγκεκριμένες εκλογές που γίνονται σε συνθήκες ρευστότητας και μεγάλης κοινωνικής δυσαρέσκειας, όπως έδειξαν οι κινητοποιήσεις για το δυστύχημα στα Τέμπη. Το προγραμματικό πλαίσιο της συνεργασίας, όσο και η μέχρι τώρα θετική και αισιόδοξη δυναμική και το πολιτικό στίγμα που αναπτύσσει, διαψεύδουν αυτές τις απόψεις.

13. Η συμμετοχή στις εκλογές της ΛΑΕ – Ανυπότακτη Αριστερά με τη συνεργασία ΜέΡΑ 25- Συμμαχία για τη Ρήξη διαμορφώνει προοπτικές για την πολιτική εκπροσώπηση του ρεύματος της αντιμνημονιακής, ριζοσπαστικής, αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Η συγκυρία παρουσιάζεται σχετικά ευνοϊκή. Η κυβέρνηση εισπράττει τη φθορά από την πολιτική της. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν δείχνει να διαμορφώνει μία δυναμική η οποία να μπορεί να διεμβολίσει έναν υπαρκτό χώρο της ριζοσπαστικής αριστεράς. Η συντηρητική αντιπολίτευση που άσκησε την προηγούμενη τετραετία, η ταύτιση με την κυβέρνηση σε μια σειρά στρατηγικές επιλογές (ιδιωτικοποιήσεις, σχέση με το ΝΑΤΟ και πόλεμος στην Ουκρανία), συντηρούν την απόσταση με λαϊκά και αριστερά ακροατήρια. Από την πλευρά του το ΚΚΕ, όλον αυτό τον καιρό έχει κινηθεί για να προσελκύσει ένα στελεχιακό δυναμικό από τα αριστερά του, ανεξάρτητα από την πολιτική του προϊστορία, με γνώμονα την δήλωση υποστήριξης προς το αυτό. Ωστόσο, η αντιενωτική του πολιτική, οι επιθέσεις στις άλλες δυνάμεις της αριστεράς, η κομματοκεντρική παρέμβαση στο κίνημα σε μία περίοδο που οι οργανωμένες δυνάμεις του είναι, σε σχέση με το παρελθόν, περιορισμένες, η συντηρητική του τοποθέτηση σε ζητήματα ελευθεριών ή δικαιωμάτων, σε συνδυασμό με την στάση του στο θέμα του πολέμου της Ουκρανίας, που σπέρνει σύγχυση σε ένα τμήμα του κόσμου που εκφράζει, θέτουν όρια στη δυναμική του.

14. Το ότι οι συνθήκες είναι σχετικά ευνοϊκές δεν σημαίνει καθόλου ότι η επιτυχία σε αυτή την πολιτική μάχη και η επίτευξη των πολιτικών στόχων που περιεγραφήκαν θα είναι εύκολη. Η συμμαχία για τη Ρήξη θα δεχτεί σφοδρές επιθέσεις. Πρώτα και κύρια από την άρχουσα τάξη. Τα πραγματικά κέντρα εξουσίας, παρά τη σχετική αμφιταλάντευση τμημάτων τους γύρω από το ζήτημα των υποκλοπών και την εξέταση ενδεχομένων μίας ευρύτερης κυβερνητικής συνεργασίας, έχουν επανέλθει σχετικά ενοποιημένα στην υποστήριξη της κυβέρνησης Μητσοτάκη. H ολιγαρχία, που καθολικά και άμεσα κατέχει τα ΜΜΕ, αντιλαμβάνεται ότι, σε ένα βαθμό, η κοινοβουλευτική ισχύς της επόμενης κυβέρνησης, συναρτάται με το αποτέλεσμα των πρώτων εκλογών και με τον αριθμό των κομμάτων που θα συμμετάσχουν στην Βουλή και αυτό γιατί η αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές καθόλου δεν εξαρτάται από την διαφορά μεταξύ πρώτου και δεύτερου κόμματος, αλλά από το ποσοστό του πρώτου κόμματος και τον αριθμό των κομμάτων που θα εισέλθουν στη Βουλή. Ο κεντρικός άξονας της προεκλογικής εκστρατείας της κυβέρνησης θα προβάλει την «σταθερότητα» που αυτή εγγυάται. Η επίθεση εναντίον του ΜέΡΑ25 – Συμμαχία για τη Ρήξη, που κλιμακώνεται αυτές τις ημέρες όσο πλησιάζουν οι εκλογές πρωτίστως από την δεξιά, δεν είναι ανεξάρτητες από το γεγονός ότι το ΜέΡΑ 25 – Συμμαχία για την Ρήξη αποτελεί έναν παράγοντα που μπορεί να βάλει σφήνα στους αστικούς πολιτικούς συσχετισμούς, να αποτελέσει φραγμό στην αυτοδυναμία της Ν.Δ. ή και στην διαμόρφωση μίας κυβέρνησης συνεργασίας, είτε δικομματικής Ν.Δ – ΠΑΣΟΚ ή και ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ, είτε τρικομματικής. Πολύ περισσότερο, όμως, στοχεύει στο να δημιουργήσει συνθήκες φόβου ή και ακύρωσης οποιασδήποτε άλλης πολιτικής πρότασης που επιδιώκει να υπερβεί το κοινωνικό και πολιτικό πλαίσιο που διαμορφώνει η εφαρμοζόμενη μνημονιακή πολιτική. Αυτές οι επιθέσεις σιγοντάρονται από τμήματα της αριστεράς, και ιδίως από την πλευρά του ΚΚΕ, το οποίο, τόσο την περίοδο του δημοψηφίσματος, όσο και γενικά, είχε μια στάση καταστροφολογίας και αντίθεσης με τα ενδεχόμενα ρήξης και εξόδου από την ευρωζώνη, ακόμα και αντίθεσης με το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα του 2015. Πρόκειται για μια αντιδραστική πολιτική κριτική, που διευκολύνει και αξιοποιεί η συστημική προπαγάνδα ότι «όλοι ίδιοι είναι», η οποία επιδιώκει να διαγράψει από την ελληνική ταξική, κοινωνική και πολιτική σκηνή, το ρήγμα «μνημόνιο- αντιμνημόνιο» για να επικρατήσει το δόγμα του νεοφιλελεύθερου μονοδρόμου.

15. Από την άλλη πλευρά, παρά τις δυσκολίες, η συσσωρευμένη φθορά από τις αντιλαϊκές και επιθετικές πολιτικές της κυβέρνησης, που πλήττουν τα λαϊκά στρώματα με την ακρίβεια, την ανέχεια και την ενεργειακή φτώχεια, το σκάνδαλο των υποκλοπών και πρωτίστως το δυστύχημα στα Τέμπη, διαμορφώνουν όρους αποδοκιμασίας του δικομματισμού και αναδεικνύουν ότι η διαίρεση μνημονιακών – αντιμνημονιακών δυνάμεων είναι ενεργή στην άμεση καθημερινότητα των λαϊκών τάξεων. Η κυβέρνηση, αλλά και ένα σύνολο άλλων μηχανισμών, θα επιδιώξουν να στρέψουν προς την αποχή την αποδοκιμασία προς την κυβέρνηση και τα κόμματα της αστικής αντιπολίτευσης. Στους σημερινούς πολιτικό- ιδεολογικούς συσχετισμούς επιδρά σημαντικά το γεγονός ότι η απόρριψη της κυρίαρχης πολιτικής δεν εκφράζεται πολιτικά. Και η συμμετοχή στις βουλευτικές εκλογές, παρότι αυτές είναι δομικά ηγεμονευόμενες από την αστική τάξη, δεν παύει να αποτελεί μία πολιτική πρακτική. Σήμερα, η αποχή της νεολαίας ευνοεί την κυβέρνηση και συνολικά την αστική τάξη. Η μάχη των επερχόμενων εκλογών είναι σημαντική, γιατί θα επιδράσει στο βαθμό σταθεροποίησης της αστικής πολιτικής κυριαρχίας και της έντασης της επίθεσης που θα δεχτούν τα λαϊκά στρώματα το επόμενο χρονικό διάστημα, αλλά και στην διαμόρφωση νέων δυνατοτήτων για την πολιτική εκπροσώπηση και την κινηματική ενίσχυση ενός ρεύματος της ανεξάρτητης ριζοσπαστικής αριστεράς.

16. Η εκπροσώπηση στη πολιτική σκηνή και σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, ενός πολιτικού ρεύματος που επιδιώκει την ρήξη με το διαρκές μνημονιακό καθεστώς, το νεοφιλελεύθερο ευρωενωσιακό μονόδρομο, και προβάλλει την αντίσταση στο ξήλωμα των ιστορικών κατακτήσεων και ελευθεριών, συμβάλλει την προοπτική των λαϊκών τάξεων και την παρέμβαση της ριζοσπαστικής αριστεράς. Η υπεράσπιση και εκπροσώπηση των κοινωνικών αγώνων, μικρότερων και μεγαλύτερων, και σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, ειδικά σήμερα με την επιθετική στρατηγική της αστικής τάξης και την παρόξυνση του αυταρχισμού και της καταστολής, δεν μπορεί να υποτιμάται. Δεν είναι τυχαίες οι προσπάθειες εξώθησης αυτού του ρεύματος, του ρεύματος του ΟΧΙ, από την πολιτική σκηνή στην Ελλάδα, που τόσο εμφανώς επιδιώκουν εγχώρια και διεθνή πολιτικά και οικονομικά κέντρα.

17. Η δημιουργία και το προγραμματικό πλαίσιο της συνεργασίας ΜέΡΑ25 – Συμμαχία για τη Ρήξη, δείχνουν ότι ο συντονισμός, αγωνιστικός, και πολιτικός, της αριστεράς, με την αυτοτέλεια κάθε δύναμης, είναι εφικτός. Μια τέτοια συσπείρωση μπορεί να έχει πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα πέρα από τις δυνάμεις που την απαρτίζουν στην συγκρότηση ενός ρεύματος αγώνων και διεκδικήσεων, αλλά και να υποστηρίξει μια κοινωνική και πολιτική αντιπολίτευση την επομένη των εκλογών απέναντι σε οποιαδήποτε κυβέρνηση προκύψει. Γι’ αυτό καλούμε τα λαϊκά στρώματα αλλά και πολιτικά ρεύματα της αριστεράς, να στηρίξουν αυτό το ενωτικό εγχείρημα.

Αριστερή Αντικαπιταλιστική Συσπείρωση

Share.

Comments are closed.