ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ ΜΕ ΙΣΧΥΡΗ ΑΝΤΑΡΣΥΑ ΣΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΤΟΥ

0

Πέντε χρόνια μετά την ανοιχτή εκδήλωση της τέταρτης δομικής κρίσης του καπιταλισμού οι αστικές τάξεις δεν έχουν συγκροτήσει ένα νέο υπόδειγμα κοινωνικής και παραγωγικής οργάνωσης για αυτό δεν έχουν επιτύχει μία διαδικασία συνολικής ανάκαμψης στις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού. Ήδη μετά τις αρχές του 2012 υπήρξε επιβράδυνση της διαδικασίας ανάκαμψης στις μεγάλες καπιταλιστικές οικονομίες αλλά και ύφεση στην Ευρωζώνη. Γενικότερα εμφανίζεται μία σχετική στασιμότητα και πρόκειται για την πιο ασθενή ανάκαμψη σε σχέση με κάθε άλλη περίοδο ύφεσης – στασιμότητας μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.

Η Ελλάδα αποτελεί την χαρακτηριστικότερη περίπτωση από τις χώρες του Νότου όπου εφαρμόστηκε η κυρίαρχη στρατηγική της υπέρβασης της κρίσης με την εσωτερική υποτίμηση και του περιορισμού της κατανάλωσης και της οικονομικής δραστηριότητας ως παράγοντας αναδιάρθρωσης της οικονομίας. Τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής ήταν δραματικά από πλευράς μείωσης του Α.Ε.Π, αύξησης της ανεργίας, μείωσης της κατανάλωσης, μείωσης του παραγωγικού δυναμικού ενώ ώθησε ακόμα περισσότερο σε κατάρρευση την καπιταλιστική κερδοφορία στους περισσότερους τομείς και επιχειρήσεις.

1

Η συνολική αστική στρατηγική για την υπέρβαση της κρίσης χαρακτηρίζεται από δυσκολίες και αντιφάσεις και επικαθορίζεται από τη διεθνή οικονομική κατάσταση και την κρίση. Είναι όμως εμφανές ότι τα τρία χρόνια από την εφαρμογή του μνημονίου η αστική τάξη έχει κάνει σημαντικά βήματα για να προωθήσει ένα βαθύτερο μετασχηματισμό του συσχετισμού δυνάμεων εις όφελος του κεφαλαίου.

Η κρίση και η έκτακτη αστική στρατηγική για την επίλυσή της, παράγει φθορά και αστάθεια στο συνασπισμό εξουσίας. Η αποτύπωση αυτής της κρίσης νομιμοποίησης στο πολιτικό σύστημα αντανακλάται με έντονο τρόπο με την εκλογική κατάρρευση του δικομματισμού και ειδικά του ΠΑΣΟΚ. Όμως αυτή η θετική καταρχήν εξέλιξη πρέπει να αντιμετωπίζεται στις πραγματικές της διαστάσεις. Το πραγματικό κόμμα της αστικής τάξης είναι το αστικό κράτος. Ακόμα και αν υφίσταται φθορά των παραδοσιακών αστικών κομμάτων, το κρίσιμο ζήτημα είναι ο βαθμός επιβολής της αστικής πολιτικής από το ίδιο το κράτος παρά τις μεταβολές και τις μεταλλάξεις στο αστικό πολιτικό προσωπικό.

Μετά τις εκλογές της 17ης Ιούνη ο συνασπισμός εξουσίας μπόρεσε προσωρινά να επιβάλει μία πολιτική λύση μετατόπισης της πολιτικής σκηνής σε πιο αυταρχική κατεύθυνση με την συγκρότηση του κυβερνητικού κέντρου με άξονα τις δυνάμεις της Ν.Δ. και με την τη στήριξη του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ, ενώ μετά τη συγκρότηση της νέας κυβέρνησης, υπάρχει μία συγκυριακή ύφεση των εμφανών κοινωνικών αγώνων, παρόλο που η κοινωνική δυσαρέσκεια παραμένει μεγάλη. Ωστόσο η γενικότερη συγκυρία είναι τέτοια, που η ρευστότητα θα παραμείνει και θα υπάρξουν σημαντικές δυνατότητες για τις αριστερές αντικαπιταλιστικές τάσεις στο βαθμό που θα αναπτύξουν μία συνεκτική μετωπική πολιτική κυρίως στους κοινωνικούς και εργασιακούς χώρους και θα αναπτύσσουν κοινές πρακτικές και πολιτικές σχέσεις με άλλες δυνάμεις και τάσεις στο εσωτερικό της αριστεράς. Οι δυνατότητες αυτές όμως δεν θα έχουν απεριόριστο χρόνο για ξεδιπλωθούν.

Σε αυτό το πλαίσιο, είναι απαραίτητη η συγκρότηση ενός αριστερού κοινωνικοπολιτικού μετώπου στη βάση του μεταβατικού προγράμματος εργατικής διεξόδου από την κρίση με μαζική απεύθυνση στις λαϊκές μάζες που με συγκεκριμένο και ενιαίο τρόπο και σε πολιτικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο εργασιακών χώρων και συνοικιών, με πρακτικούς και ιδεολογικούς όρους θα αντισταθεί στην επέλαση του κεφαλαίου και θα είναι ικανό να στρατεύσει πλατιές μάζες και να συμβάλει στην όξυνση της ταξικής πάλης, ώστε να επιβληθεί μια κατεύθυνση εναλλακτικής διεξόδου από την κρίση προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων, με όρους πίεσης και καταναγκασμού από το λαϊκό παράγοντα.

Πρόκειται για ένα πολιτικό και οικονομικό πρόγραμμα το οποίο δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε τελική ανάλυση, στην ολότητά του, χωρίς την κατάληψη της κυβερνητικής εξουσίας από ένα ριζοσπαστικό κοινωνικο-πολιτικό μπλοκ, δυνάμεων, αλλά και την κατάληψη τομέων πραγματικής εξουσίας στο εσωτερικό του κράτους, του πολιτικού συστήματος και του παραγωγικού συστήματος. Ένα τέτοιο πολιτικό μπλοκ δεν μπορεί να ανέλθει στην κυβέρνηση και πολύ περισσότερο να διατηρηθεί σε αυτή και να επιβάλλει αυτό το πρόγραμμα χωρίς την ένταση και ριζοσπαστικοποίηση των ταξικών αγώνων, και την παραγωγή ριζοσπαστικών μετασχηματισμών στο εσωτερικό του κράτους (την υιοθέτηση της απλής αναλογικής, την διαμόρφωση νέων θεσμών πολιτικής, θεσμών λαϊκής εξουσίας εκτός κράτους, νέων διαδικασιών οικονομικής διαχείρισης, νέων θεσμών αυτοδιοίκησης κ.λπ.).

Υπάρχουν ορισμένες κριτικές απέναντι σε αυτό το πρόγραμμα και την πολιτική συμμαχία με δυνάμεις που συμφωνούν στο μεταβατικό πρόγραμμα από το χώρο του ΚΚΕ, αλλά από δυνάμεις της άκρας αριστεράς ενίοτε και εντός της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Οτι ένα τέτοιο πρόγραμμα, ειδικά σε ορισμένες βασικές του πτυχές (έξοδος από το ευρώ, εθνική νομισματική πολιτική, εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος) μπορεί να αποτελέσει σχέδιο μίας εναλλακτικής αστικής στρατηγική εξόδου σοσιαλδημοκρατικού χαρακτήρα από την κρίση και ότι ακόμα και ορισμένα προοδευτικά χαρακτηριστικά του δεν έχουν νόημα χωρίς την κατάκτηση και την οικοδόμηση της λαϊκής εξουσίας για το ΚΚΕ, η της επαναστατικής, ή σοσιαλιστικής εξουσίας για δυνάμεις της άκρας αριστεράς.

Ωστόσο:

  1. 1.Το πρόγραμμα αυτό έχει αντικειμενικά αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα γιατί ανατρέπει σημαντικές αναδιαρθρώσεις που εμπεδώθηκαν στη σημερινή νεοφιλελεύθερη φάση του καπιταλισμού, και αποκρυσταλλώνονται σε ρυθμίσεις που είναι σύμφυτες με το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα στη σημερινή εποχή
  2. 2.Δεν είναι καθόλου πιθανή η περίπτωση ορισμένα από αυτά τα μέτρα να επιβληθούν κάτω από την πίεση του λαϊκού κινήματος από μία κυβέρνηση αστικών κομμάτων σοσιαλδημοκρατικού χαρακτήρα. Σήμερα δεν υπάρχουν ούτε σε οικονομικό αλλά ακόμα περισσότερο σε πολιτικό επίπεδο στρώματα της αστικής τάξης που να συγκροτούν μία στρατηγική εξόδου από το Ευρώ ή και κευνσιανών λύσεων στο εσωτερικό του Ακόμα όμως και σε αυτή τη περίπτωση η υιοθέτηση έστω και ορισμένων από αυτά τα μέτρα από μία αστική κυβέρνηση φέρνει σε καλύτερη θέση το εργατικό κίνημα και παράλληλα οξύνει τις αντιθέσεις και αποδυναμώνει το συνασπισμό εξουσίας

2

       Παρά τη διακηρυγμένη κατεύθυνση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για το αγωνιστικό μέτωπο ρήξης και ανατροπής ήδη από την Α’ Συνδιάσκεψη, υπάρχουν στο εσωτερικό της αντιθέσεις και ανταγωνιστικές πολιτικές στρατηγικές, με αποτέλεσμα την αδράνεια της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και την αδυναμία λήψης οποιασδήποτε πολιτικής πρωτοβουλίας. Αυτή η κατάσταση ναρκοθέτησε τη δυνατότητα άσκησης μιας μετωπικής πολιτικής από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Στο ίδιο πλαίσιο, από μια σειρά δυνάμεις δεν εξετάζεται μία κατεύθυνση επαγωγής πιέσεων και παραγωγής μετατοπίσεων σε άλλα πολιτικά ρεύματα στο εσωτερικό της ρεφορμιστικής αριστεράς, κάποια εκ των οποίων ήδη κάνουν συστηματική πολιτική κριτική σε αριστερή κατεύθυνση, τόσο για το ζήτημα της εξόδου από την ΟΝΕ και του Ευρώ, όσο και για την πολιτική συμμαχιών, τα οποία μπορούν εν δυνάμει να διευρύνονται ή και να διαχωρίζονται. Αντιθέτως, αναφέρονται σε εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις που αποδέχονται ως προϋπόθεση τον αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα της όποιας μετωπικής πρωτοβουλίας και τη διακηρυγμένη αναφορά αυτής στην αντικαπιταλιστική ανατροπή και υπάγει τη μετωπική κατεύθυνση στην αντίληψη της συγκρότησης της «μετωπικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς», η οποία είναι προφανές ότι δεν μπορεί να είναι ελκτική σε καμία πολιτική δύναμη πλην των συνιστωσών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, δεν επαρκεί και δεν μπορεί να έχει αποτελέσματα.

Άμεσα θα πρέπει να επιδιωχθεί μέσα από συγκεκριμένα βήματα, με πολιτική πρωτοβουλία των δυνάμεων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η συγκρότηση μιας μετωπικής πολιτικής συσπείρωσης με τις δυνάμεις που τοποθετούνται σε μια κατεύθυνση εξόδου από την ΟΝΕ και την Ε.Ε., η οποία θα μπορεί να προβάλλει το μεταβατικό πρόγραμμα διεξόδου από την κρίση στις λαϊκές μάζες, με έμφαση στο ζήτημα της εξόδου από το ευρώ. Τέτοιες δυνάμεις σήμερα βρίσκονται στο ΜΑΑ – ΣΧΕΔΙΟ Β, αλλά και ευρύτερα από αυτό όπως στις παρυφές της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του ΣΥΡΙΖΑ με δυνάμεις όπως η Κ.Ο. Ανασύνταξη, ο Εργατικός Αγώνας, αλλά και σε οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς κ.λπ.

Η συγκρότηση μίας ευρύτερης μετωπικής πολιτικής συσπείρωσης με ισχυρή αντικαπιταλιστική αριστερά και ΑΝΤΑΡΣΥΑ στο εσωτερικό της είναι ελπιδοφόρα και μπορεί να ανατρέψει συσχετισμούς και να αποτελέσει παράγοντα εξελίξεων και αναδιατάξεων στο εσωτερικό της αριστεράς και κατ επέκταση του λαϊκού κινήματος.

 

Για την πολιτική σημασία της αλλαγής του οργανωτικού πλαισίου της ΑΝΤΑΡΣΥΑ


Το γεγονός ότι υπήρξε σημαντική πόλωση σε σχέση με το ζήτημα των πολιτικών συμμαχιών της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αλλά και η σχετική αδράνεια της την προηγούμενη περίοδο, επέτεινε όλα τα φαινόμενα τα οποία έχουμε δει τις τελευταίες εβδομάδες και πιθανότατα αυτά που θα ακολουθήσουν και αναδεικνύουν ορισμένα προβληματικά χαρακτηριστικά σε σχέση με τη φυσιογνωμία ενός μετώπου της αντικαπιταλιστικής αριστεράς και τα αξιακά στοιχεία που πρέπει να το χαρακτηρίζουν.

Στην Α Συνδιάσκεψη, υπήρξαν πολιτικές επιλογές μεθοδεύσεων, αποκλεισμών και μάχης μηχανισμών στην εκλογή των οργάνων με την εφαρμογή της αντιδημοκρατικής κυκλικής σταυροδοσίας. Επίσης στην προηγούμενη Συνδιάσκεψη είχαν εγγραφεί σε μια σειρά επιτροπές μέλη τα οποία είτε δεν είχαν σχέση με τις περιοχές εγγραφής τους είτε είχαν μικρή σχέση με το χώρο της επαναστατικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς, ή καθόλου πολιτικό οργανωτικούς δεσμούς με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ.   Το αποτέλεσμα ήταν ότι στις τοπικές συνελεύσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ που έγιναν τους 20 μήνες που μεσολάβησαν από την Α Συνδιάσκεψη ο μέσος όρος των συμμετεχόντων μελών να μην ξεπερνά το 30 % – 40 %των εγγεγραμμένων μελών.

Αυτές οι επιλογές είχαν τουλάχιστον τυπικά αντιμετωπισθεί αυτοκριτικά από όλους και είχε ληφθεί μία καταρχήν απόφαση από το Π.Σ.Ο για τη διερεύνηση μίας δημοκρατικότερης και αναλογικότερης διαδικασίας εκλογής των οργάνων σε όλα τα επίπεδα εν όψει της Β Συνδιάσκεψης. Ταυτόχρονα θεωρητικά είχε γίνει αποδεκτό ότι παύει να είναι μέλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ όποιος αδικαιολόγητα δεν συμμετέχει σε καμία δραστηριότητά της για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τους 8μήνες και δεν συνεισφέρει οικονομικά για το ίδιο διάστημα.

Παρ όλα αυτά, όχι μόνο δεν υπήρξε κάποια βελτίωση, αλλά η διαδικασία συζήτησης θέσεων και εκλογής αντιπροσώπων προς τη Β Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ οδήγησε σε επιδείνωση του πολιτικού και δημοκρατικού ελλείμματος:

  • Παρ όλες τις αποφάσεις του ΠΣΟ για βελτίωση του πλαισίου δημοκρατικής λειτουργίας, η Β Συνδιάσκεψη προκηρύχθηκε χωρίς να έχει διαμορφωθεί το οργανωτικό της πλαίσιο.
  • Υπήρξε προσπάθεια να μην εισαχθούν προτάσεις για τροποποιήσεις επί των θέσεων στις συνελεύσεις των τοπικών επιτροπών.
  • Δεν τέθηκε κανένα κριτήριο συμμετοχής στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ όλο το χρονικό διάστημα, που μεσολάβησε μεταξύ των δύο Συνδιασκέψεων. Το αποτέλεσμα ήταν να εμφανισθούν μέλη μόνο για να ψηφίσουν και τα οποία αν ξαναεμφανισθούν θα γίνει μόνο για να ξαναψηφίσουν στην επόμενη Συνδιάσκεψη.
  • Το γεγονός αυτό οδήγησε σε αρκετές περιπτώσεις σε αλλοίωση των διαδικασιών α) με εγγραφή ή επανεγγραφή μελών που δεν είχαν σχέση με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ β) με την αυθαίρετη τοποθέτηση μελών ή και επιρροών σε τοπικές επιτροπές στις οποίες δεν κατοικούσαν έτσι ώστε να συγκεντρώσουν δυνάμεις και να αλλοιώσουν τους συσχετισμούς γ) με την γενίκευση των κυκλικών σταυροδοσίων και μάλιστα έξω από κάθε πολιτική αρχή και συμφωνία σε επίπεδο τοπικών επιτροπών. Το γεγονός αυτό αλλοιώνει κάθε έννοια δημοκρατίας πολύ περισσότερο από την προηγούμενη συνδιάσκεψη στο βαθμό που δυνητικά εισάγει τρία επίπεδα κυκλικής σταυροδοσίας α) αντιπρόσωποι τοπικής επιτροπής β) εκλογή ΠΣΟ από Συνδιάσκεψη και γ) αν υπάρξει καταστατική αλλαγή εκλογή ΚΣΕ από ΠΣΟ πρόκειται για τριπλή αντιδημοκρατική εκτροπή που πολλαπλασιάζει την εκπροσώπηση των μεγαλύτερων μπλοκ και εκμηδενίζει των μικρότερων.
  • Οι διεργασίες αυτές είναι αποτέλεσμα των υπολογισμών και των μεθοδεύσεων βασικών πολιτικών δυνάμεων της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και την έλλειψη δημοκρατικού πλαισίου λειτουργίας που αυξάνεται. Ετσι η κυκλική σταυροδοσία της προηγούμενης Συνδιάσκεψης άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου. Ορισμένοι από αυτούς που κατήγγειλαν την κυκλική σταυροδοσία στην προηγούμενη Συνδιάσκεψη, «διδάχτηκαν» και για λόγους «άμυνας» όπως διατείνονται την εφάρμοσαν και την πήγαν πολλά βήματα παραπέρα συνδυάζοντάς τη με τα περιφερόμενα ή τα μέλη μίας χρήσης. Στην επόμενη Συνδιάσκεψη οι πρώτοι διδάξαντες της κυκλικής σταυροδοσίας που τώρα μπορεί να μην ενέγραψαν σε μαζική κλίμακα άσχετα πρόσωπα με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή με τις περιοχές τοπικών επιτροπών θα το κάνουν και πάει λέγοντας.

Οι μεθοδολογίες αυτές συμπυκνώνουν μία πολιτική κατάσταση. Αντανακλούν την εμπέδωση της με αστικούς όρους εκπροσώπησης πολιτικών σχέσεων η ακόμη χειρότερα κοινωνικών σχέσεων. Αυτές οι διαδικασίες δεν υπάρχουν ούτε στα αστικά κόμματα, παρά μόνο στην περίπτωση που θέλουν να μετασχηματιστούν σε ακόμα αντιδραστικότερη κατεύθυνση.

 Το λιγότερο προβληματικό αν και όχι αμελητέο στοιχείο των διαδικασιών που ακολουθήθηκαν στη Συνδιάσκεψη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είναι η αλλοίωση των συσχετισμών. Το πιο σημαντικό είναι ο εθισμός ενός ευρύτερου δυναμικού σε μία κουλτούρα και πρακτική που δεν έχει σχέση με τις αρχές της επαναστατικής αριστεράς. Το να καταστρατηγείς τις δημοκρατικές αρχές με την κυκλική σταυροδοσία είναι γραφειοκρατισμός. Το να εντάσσεις συγκυριακά για λόγους εκλογικής μάχης σε ένα μέτωπο της επαναστατικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς ανθρώπους που δεν έχουν καμία σχέση με την πρακτική και τη λειτουργία του είναι αντιδραστικό και επικίνδυνο. Ολες αυτές τις πρακτικές πρέπει να τις αντιμάχεται η αντικαπιταλιστική αριστερά και είναι δεδομένο ότι τις αντιμάχεται όταν αφορούν βουλευτικές εκλογές, ή τη νοθεία σε ένα σύλλογο και ένα σωματείο, την εγγραφή προσώπων που δεν έχουν σχέση με τους χώρους και τους κλάδους, συνήθη πρακτική του καθεστωτικού αλλά και του ρεφορμιστικού συνδικαλισμού κ.λ.π.

Ενα από τα πιο κρίσιμα ζητήματα για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και την μελλοντική ύπαρξη της είναι η λειτουργία της σε ένα πολιτικό και δημοκρατικό πλαίσιο το οποίο να συνδυάζει δύο πρωτότυπα καθήκοντα:

α) τη σταθερότητα και την διεύρυνση ενός μετώπου πολιτικού δυνάμεων και τάσεων και

β) την ώσμωση, σύγκλιση, αλληλοστήριξη και από κοινού ανάπτυξη ενός κοινωνικού και πολιτικού δυναμικού που προέρχεται από διαφορετικές οργανώσεις, αντιλήψεις, κοινωνικούς χώρους.

Απαραίτητο για κάτι τέτοιο είναι:

α) η εφαρμογή της απλής αναλογικής για την εκλογή των οργάνων της

β) ο καθορισμός της ιδιότητας του μέλους σε σχέση με τις πολιτικές διαδικασίες και τις πολιτικές πρωτοβουλίες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Είναι διαλυτικό για την έννοια της ΑΝΤΑΡΣΥΑ των μελών και για την έννοια του μετώπου με αυτοτελείς πολιτικές λειτουργίες, το γεγονός της συμμετοχής στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ δι’ εκπροσωπήσεως δηλαδή χωρίς καμία συμμετοχή στις πολιτικές διαδικασίες της απλά επειδή κάθε δύο χρόνια μπορεί να εμφανίζεται κανείς ως μέλος ή επιρροή μίας οργάνωσης.

Για τους παραπάνω λόγους είναι απαραίτητο και επιτακτικό να γίνουν οι ακόλουθες μεταβολές στο πλαίσιο πολιτικό οργανωτικής λειτουργίας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ :

3

1) να λειτουργήσουν οι κλαδικές επιτροπές

2) η εγγραφή στις τοπικές επιτροπές να γίνεται με κριτήρια αποκλειστικά τον τόπο κατοικίας ή τον τόπο εργασίας

3) τα νέα μέλη που εγγράφονται στο διάστημα που μεσολαβεί ένα μήνα πριν από την καθορισμένη ημερομηνία της εκάστοτε Συνδιάσκεψης να μην έχουν δικαίωμα συμμετοχής στην εκλογή αντιπροσώπων για τη Συνδιάσκεψη

4) τα μέλη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αυτοδίκαια χάνουν την ιδιότητα του μέλους αν για χρονικό διάστημα 8 μηνών δεν έχουν συμμετάσχει στις πολιτικές διαδικασίες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (συνεδριάσεις τοπικών ή κλαδικών επιτροπών, ή οργάνων που έχουν εκλεγεί) και δεν είναι συνεπή στις οικονομικές τους υποχρεώσεις. Η επανεγγραφή μελών που έχουν απολέσει την ιδιότητα μέλους μπορεί να γίνει, ωστόσο τα μέλη που επανεγγράφονται δεν μπορούν να συμμετάσχουν στην εκλογή αντιπροσώπων, ή άλλων οργάνων για διάστημα ενός μηνός από την ημερομηνία επανεγγραφής τους.

5) Η εκλογή των αντιπροσώπων και όλων των οργάνων (τοπικών συντονιστικών, κλαδικών συντονιστικών, ΠΣΟ, ΚΣΕ) να γίνεται με την μέθοδο της συμμετοχής σε διακριτές πολιτικές – εκλογικές λίστες – πλατφόρμες και με έγκυρο αριθμό σταυρών που αντιστοιχεί στο ¼ του αριθμού υποψηφίων της κάθε πλατφόρμας. Στα επιχειρήματα ορισμένων σ. ότι η ύπαρξη διαφορετικών πολιτικοεκλογικών πλατφορμών εμποδίζει α) την δυνατότητα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ να ενοποιηθεί β) την δυνατότητα των ανένταχτων συντρόφων να εκλεγούν πρέπει να απαντήσουμε ότι αντίθετα η ενοποίηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και πολλοί περισσότερο η εκλογή ανένταχτων σ. διευκολύνεται οργανωτικά από την απλή αναλογική αλλά και τη συζήτηση πάνω σε πολιτικές κατευθύνσεις που ενοποιούν ευρύτερες τάσεις και όχι στενά πολιτικό οργανωτικούς μηχανισμούς. Στο επιχείρημα ότι η εκλογή μέσω πλατφόρμας δεν δίνει την δυνατότητα να επιλεγούν σ. από άλλες πλατφόρμες που πιθανόν να ήθελαν να επιλέξουν σ. που δεν τοποθετούνται απόλυτα προς μία πλατφόρμα αυτό πιθανόν να μπορούσε να επιλυθεί με ένα μικτό σύστημα δηλαδή την εκλογή του 80 % των αντιπροσώπων ή των οργάνων με πλατφόρμες και του υπόλοιπου 20 % με ενιαία λίστα με δυνατότητα επιλογής του 1/5 του συνολικού αριθμού προς εκλογής υποψηφίων.





ΑΡιστερή Αντικαπιταλιστική Συσπείρωση (ΑΡΑΣ)


Share.

Leave A Reply