Αναδημοσιεύουμε τη σημαντική έκκληση – παρέμβαση για τα ζητήματα αριστερής στρατηγικής και μετωπικής συμπόρευσης, επτά στελεχών του ΝΑΡ που δημοσιεύθηκε στο ΠΡΙΝ, την Κυριακή 9 Μαρτίου 2014
ΓΙΑ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΣΥΜΠΟΡΕΥΣΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ
Τα γεγονότα της τελευταίας περιόδου θέτουν με δραματικό τρόπο κρίσιμα ερωτήματα για το μέλλον ανθρώπων και χωρών. Στην Ουκρανία και στη Βενεζουέλα σήμερα και στη Συρία και την Αίγυπτο από καιρό, αλλά και αλλού, πιστοποιείται πως σκοτεινές εποχές ετοιμάζουν τα επιτελεία στην Ουάσιγκτον και το Βερολίνο. Η κρίση κάνει τις δυνάμεις του κεφαλαίου εξαιρετικά επιθετικές και γι’ αυτό επικίνδυνες. Ένας εκφασισμός με νέους όρους συμπληρώνει τον κοινοβουλευτικό ολοκληρωτισμό ως η επιθετική απάντηση στα αδιέξοδα που γεννά η κρίση, καθώς οι κυρίαρχες ελίτ θέλουν να πληρώσουν οι εργαζόμενοι το κόστος για τη μείωση του ποσοστού κέρδους των κεφαλαίων τους. Mια τέτοια επιλογή που καταστρέφει τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων συνοδεύεται και με στροφή στην απολυταρχική διακυβέρνηση, την υιοθέτηση ακροδεξιών απόψεων και τη χρησιμοποίηση οργανωμένων φασιστικών ομάδων. Η μυρωδιά του πολέμου φτάνει πολύ κοντά και στα δικά μας μέρη όπου ΗΠΑ, Γερμανία, Ρωσία, ΕΕ, και ΝΑΤΟ, μπλέκονται σε ένα δραματικό παιχνίδι επιρροής και επιβολής.
Η Ελλάδα, φλεγόμενη ήδη από τις επεμβάσεις ΕΕ, ΔΝΤ και ελληνικής ολιγαρχίας, βυθίζεται σταθερά στο τέλμα της ύφεσης και της φτωχοποίησης των εργαζομένων. Σε μια χώρα που οι καθεστωτικές πολιτικές δυνάμεις βρίσκονται σε πλήρη ανυποληψία και ποικίλα σχέδια είναι σε εξέλιξη, η Αριστερά, και κυρίως οι κομμουνιστικής αναφοράς δυνάμεις, οφείλει να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων. Η κατάρα μπορεί να είναι και μια ιστορική ευκαιρία. H δυνατότητα της Αριστεράς να ξαναβγεί στο ιστορικό προσκήνιο και να ξαναγίνει δύναμη έμπνευσης για τους εργαζόμενους και την κοινωνία, είναι μια εφικτή υπόθεση.
Υπό το βάρος αυτής της ιστορικής στιγμής πρέπει να δούμε την αναγκαιότητα αλλά και δυνατότητα συγκρότησης μιας πολιτικής συνεργασίας των δυνάμεων της Αριστεράς. Μιας Αριστεράς έξω απ’ τη λογική και τις πρακτικές του συστήματος, η οποία με σταθερή στρατηγική επιδίωξη το σοσιαλισμό, μπορεί να αναδεικνύεται πρωτοπόρος στους αγώνες για τα κρίσιμα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο λαός μας. Αλλά παράλληλα και μιας Αριστεράς που μέσα απ’ τους αγώνες ενώνει τα κοινωνικά στρώματα μέχρι την κατάκτηση της εξουσίας και την ανατροπή του καπιταλισμού.
Εμείς που υπογράφουμε αυτή τη δήλωση- έκκληση θέλουμε να καλέσουμε, όλες τις δυνάμεις που ενεπλάκησαν στην πολύμηνη διεργασία για την επίτευξη της συμπόρευσης δυνάμεων της Αριστεράς, να κάνουν το αποφασιστικό βήμα, υπερβαίνοντας εαυτούς. Δεν είναι ασφαλώς μια εύκολη υπόθεση. Στη διάρκεια των διαβουλεύσεων όλοι οι συμμετέχοντες έχουν κάνει σοβαρές παραχωρήσεις και συμβιβασμούς προκειμένου να επιτευχθεί μια συμφωνία. Ωστόσο, επειδή τα πράγματα έφθασαν ως εδώ και επειδή η προσδοκία έγινε δυνατότητα, ένα βήμα απομένει, βήμα όχι εύκολο ούτε απλό, ωστόσο βήμα. Δεν είναι μια ζαριά η ιστορία αλλά δεν είναι και ένα μακρόσυρτο παιχνίδι που μπορεί να παίζεται επ’ άπειρον και χωρίς κόστος. Και κυρίως δεν είναι η εποχή που θα ξεμπερδέψουμε με την υπόθεση της συμπόρευσης απλώς αναζητώντας τον κύριο αίτιο του ναυαγίου των προσπαθειών. Τα ψιλά γράμματα δεν θα μείνουν στη συνείδηση των ανθρώπων της Αριστεράς που προσδοκούν μια ουσιαστική και αποτελεσματική ενότητα δράσης. Θα μείνει η αποτυχία και η απώλεια μιας ακόμα ευκαιρίας, από εκείνες που δεν δίνονται κάθε στιγμή.
Μια τέτοια πολιτική συνεργασία μπορεί και πρέπει να συγκροτηθεί πάνω σε ορισμένες βασικές αρχές:
– Πρόγραμμα πάλης για την επιβίωση του ελληνικού λαού.
– Έξοδος από το ευρώ, ρήξη και αποδέσμευση από την ΕΕ.
– Συσπείρωση με πολλαπλούς τρόπους δυνάμεων που στρέφονται ενάντια στην ΕΕ, ώστε η κοινή δράση και με τις δυνάμεις οι οποίες στρέφονται κατά της πολιτικής της ΕΕ να αποκτά νόημα και προοπτική.
– Συμβολή στη συγκρότηση μιας άλλης, αντικαπιταλιστικής και επαναστατικής Αριστεράς, που συγκρούεται με τις λογικές διαχείρισης του συστήματος.
Είναι σαφές πως η μετωπική συμπόρευση δεν είναι μέτωπο, αλλά μια πορεία προς τη συγκρότηση μετώπου, και άρα είναι πιο εύκαμπτη και επίσης ζητούμενο σε αυτήν δεν είναι η επιβολή μιας δύναμης σε δυνητικούς αντιπάλους, αλλά η ηγεμονία της πειθούς σε δυνητικούς συμμάχους. Μέσα στο πλαίσιο αυτό η κάθε δύναμη διατηρεί την πολιτική της αυτοτέλεια και τη δυνατότητα προφανώς να αποδείξει την ισχύ και εν τέλει ηγεμονία των δικών της στρατηγικών επιλογών, στην πράξη και όχι στις διακηρύξεις.
Κάθε δύναμη, μικρότερη ή μεγαλύτερη, που συμμετέχει στην προσπάθεια της μετωπικής συμπόρευσης, συμμετέχει σε αυτήν με όλες τις επιφυλάξεις που κληροδοτεί το παρελθόν αλλά και με τις δικές της στρατηγικές επιλογές. Οι μαγικές υπογραφές μιας συμφωνίας δεν λύνουν τα προβλήματα των διαφορετικών ιδεολογικών προσεγγίσεων ή τις διαφορετικές στοχεύσεις προσώπων και ομάδων.Ωστόσο το μείζον μπορεί να υπερβεί το έλασσον και μπορεί να διαμορφώσει έναν νέο πολιτικό πολιτισμό και δυναμική δημιουργικής υπέρβασης. Το ένα συν ένα είναι άθροισμα που μπορεί να αποφέρει πολλαπλασιαστικό γινόμενο. Τα κείμενα στα οποία κατέληξαν οι συνομιλίες έχουν διαφορές που ωστόσο είναι δυνατόν να ξεπεραστούν, και συνιστούν ήδη μια κατάκτηση των αριστερών δυνάμεων, μια θετική και ουσιαστική βάση κοινής αντικαπιταλιστικής πάλης.
Είναι προφανές πως η επιχειρούμενη μετωπική συμπόρευση δεν είναι ένα νέο θαυματουργό νερό που θα επουλώσει όλες τις πληγές της Αριστεράς και θα ανακουφίσει τις οδύνες του ελληνικού λαού, είναι ωστόσο ένα αναγκαίο βήμα, το οποίο μπορεί να απελευθερώσει νέες δυναμικές στους ανθρώπους της Αριστεράς, αλλά και στην ελληνική κοινωνία. Παράλληλα θα καταδείξει πως χρειάζεται ένα θαρραλέο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα πάλης προκειμένου να επιτευχθούν κατακτήσεις και αναγκαίες μικρές νίκες, ώστε να ανοίξει ο ορίζοντας για την απαλλαγή από τη μέγγενη των μνημονίων και τη χάραξη μιας προοπτικής προς τη σοσιαλιστική επανάσταση. Γίνεται δρόμος για τη δημιουργία του πόλου μιας μεγάλης αντικαπιταλιστικής και ανατρεπτικής Αριστεράς.
Η προσπάθεια της μετωπικής συμπόρευσης μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων που συμμετέχουν στο διάλογο είναι ιστορική ανάγκη να συνεχιστεί και να ολοκληρωθεί. Σε αντίθετη περίπτωση το κίνημα της ανατροπής θα υποστεί ένα ακόμα σοβαρό πλήγμα. Το οποίο πλήγμα μπορεί να γίνει πιο οδυνηρό αν δεν συνεχιστούν και διευρυνθούν οι κατακτήσεις του τελευταίου διαστήματος, της συνεργασίας στο συνδικαλιστικό κίνημα, την τοπική αυτοδιοίκηση και αλλού. Και αντί της προσπάθειας να προχωρήσει ο διάλογος, διευρύνοντας τη θεματολογία αλλά και τις δυνάμεις που θα συμμετέχουν σε αυτόν, επιλεγεί η κλασική και «δοκιμασμένη» στην Αριστερά τακτική του αλληλοσπαραγμού. Ούτως ή άλλως, οι δυνάμεις που υποστήριξαν με συνέπεια την υπόθεση της συμπόρευσης πρέπει να συνεχίσουν την προσπάθεια, καθώς η ανάγκη για ενότητα θα έρχεται συνεχώς στο προσκήνιο κατ’ απαίτηση των καιρών, εν όψει μάλιστα και των ανακατατάξεων και αλλαγών που συντελούνται και θα συντελεστούν στο σύνολο των πολιτικών δυνάμεων αλλά και ιδιαίτερα στην Αριστερά.
Μάρτης 2014.
Ελένη Φωτιάδου
Νίκος Στεφανής
Τάκης Κυπραίος
Τάκης Μπαλωμένος
Θανάσης Σκαμνάκης
Μήτσος Τσίτκανος
Νίκος Γουρλάς